Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Τί γλώσσα μιλούν οι σλαβόφωνοι της (ελληνικής) Μακεδονίας; , από τον Δημήτρη Ξ. Μαυρίδη

Είναι γνωστό, ότι στην Ελλάδα σήμερα ζουν διάφορες γλωσσικές μειονότητες, μία εκ των οποίων είναι και οι σλαβόφωνοι της Μακεδονίας (οι υπόλοιποι είναι οι Αρβανίτες, οι Βλάχοι, οι Πομάκοι, οι Τσιγγάνοι, οι τουρκόφωνοι, οι Τσάκωνες κ.ά.). Τους ονομάζω σλαβόφωνους της Μακεδονίας, μιας που και οι Πομάκοι είναι σλαβόφωνοι αλλά υπάρχουν πολλές διαφορές μεταξύ των δύο αυτών ομάδων, οι σημαντικότερες εκ των οποίων είναι η διαφορετική πίστη και κυρίως η διαφορετική πορεία που ακολούθησε η κάθε μια διαμέσου των αιώνων. Οι σλαβόφωνοι της Μακεδονίας, λοιπόν, υπολογίζονται μεταξύ 50 έως 200 χιλιάδων ατόμων και σήμερα τους συναντά κανείς κυρίως στους νομούς Φλωρίνης, Καστοριάς, Πέλλας, Σερρών, Δράμας, Θεσσαλονίκης, Βέροιας.  

- Τί γλώσσα μιλούν αυτοί οι άνθρωποι; Βουλγαρικά ή Σλαβομακεδονικά;

Αυτή η απορία που εξελίσσεται σε διαφωνία σε συζητήσεις, από διάφορα πλατώ εκπομπών μέχρι και καφενεία, είναι ουσιώδης. Διότι, όπως και έναν αιώνα πριν που η γλώσσα καθόριζε σε μεγάλο βαθμό την εθνικότητα ενός πληθυσμό, εάν καταλήξουμε σε μία γνώμη, π.χ. ότι μιλούν βουλγαρικά, τότε έμμεσα οι ομιλητές της θεωρούνται το λιγότερο "πολιτιστικά συνδεδεμένοι με την Βουλγαρία". Αντίστοιχα, φανταστείτε το ίδιο με τα Σέρβικα.

Η αλήθεια είναι πως το θέμα είναι αρκετά περίπλοκο. Ξεκινώντας να ξεμπλέξουμε το κουβάρι της ερώτησης καλό θα ήταν να ορίσω τις 3 παραπάνω γλώσσες, κατά τα δικά μου συμπεράσματα

Ως Βουλγαρική γλώσσα από τη δημιουργία του βουλγαρικού κράτους το 1878, ορίζουμε την σλαβική διάλεκτο της Βορειοανατολικής Βουλγαρίας (ευρύτερη περιοχή της Βάρνας), η οποία ορίστηκε ως επίσημη γλώσσα του βουλγαρικού κράτους και την υιοθέτησαν οι κάτοικοι του, δηλαδή οι κάτοικοι της περιοχής μεταξύ Αίμου και Δούναβη και αυτοί της Ανατολικής Ρωμυλίας. Το γεγονός ότι την υιοθέτησαν, δεν σημαίνει ότι άλλαξαν γλώσσα, αλλά όντας σλαβόφωνοι απλώς τροποποίησαν ελάχιστα την γλώσσα τους προς την μορφή της επίσημης.  

Μεταξύ της ενσωμάτωσης της Ανατολικής Ρωμυλίας στη Βουλγαρία (1885) και την επέκτασής της σε εδάφη της Μακεδονίας (1912) μεσολαβούν 27 χρόνια. Μέσα σ' αυτά τα χρόνια οι σλαβόφωνοι εντός της βουλγαρικής επικράτειας είχαν ομοιογενοποιηθεί γλωσσικά, υιοθετώντας την επιβεβλημένη μορφή της επίσημης γλώσσας.

Από αυτό το γεγονός δημιουργούνται δύο μερίδες σλαβόφωνων: Αυτοί που ζουν στη Βουλγαρία και μιλούν την κωδικοποιημένη, πλέον, βουλγαρική γλώσσα, και αυτοί που ζουν κυρίως στη Μακεδονία και εξακολουθούν να μιλούν τις τοπικές σλαβικές διαλέκτους των

Με αυτόν τον τρόπο ορίζεται η "Μακεδονική" γλώσσα, πριν την δημιουργία του Μακεδονικού κράτους: Με τον όρο "μακεδονική γλώσσα" εννοούμε τις σλαβικές διαλέκτους της Οθωμανικής Μακεδονίας, χωρίς να υπάρχει μια συγκεκριμένη, κωδικοποιημένη γλώσσα ή διάλεκτος. Βλ. τη παρακάτω εικόνα: 

     
Ακόμη και το Abecedar (Αμπετσεντάρ - Αλφαβητάριο) όταν αποπειράθηκε να κυκλοφορήσει δεν ήταν τυπομένο σε κάποια "μακεδονική γλώσσα", εννοώντας μια εννιαία γλώσσα, αλλά στην διάλεκτο Φλώρινας - Μοναστηρίου (Λέριν - Μπίτολα) για τις ανάγκες των εκείθεν σλαβόφωνων, οι οποίοι ήταν συγκεντρωμένοι εκεί και δεν επιθυμούσαν να εξελληνιστούν γλωσσικά. Σε αντίθεση με τους σλαβόφωνους των Γιαννιτσών, της Νάουσας, της Βέροιας, του νότιου νομού Σερρών, που ήταν πατριαρχικοί και δεν προέβαλαν αντίσταση στον γλωσσικό εξελληνισμό τους, αυτοί στη Φλώρινα και στη Καστοριά ήταν σε μεγάλο βαθμό εξαρχικοί και δεν επιθυμούσαν να εξελληνιστούν γλωσσικά. Παρέμειναν, δε, εντός των συνόρων του ελληνικού κράτους, ώσπου εγκατέλειψαν μαζικά τις εστίες τους μετά τον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο.

Όσον αφορά την γλώσσα του "μακεδονικού κράτους", ή κοινώς του κράτους της ΠΓΔΜ Αυτό υιοθέτησε την σλαβική διάλεκτου Μπίτολα - Περλεπέ - Σκοπίων. Οπότε, δεν μπορούμε να ταυτίσουμε την υιοθετημένη διάλεκτου του κράτους των Σκοπίων με όλες τις σλαβικές διαλέκτους της περιοχής της Οθωμανικής Μακεδονίας. Είναι σαν να λέμε ότι όλοι οι Έλληνες μιλούν "Ποντιακά", για παράδειγμα, ταυτίζοντας έτσι εσφαλμένα μια διάλεκτο με όλες τις υπόλοιπες. 

Βέβαια, θα μπορούσε κανείς να πει ότι συγκριτικά με τα Βουλγαρικά, οι σλαβόφωνοι της Μακεδονίας καταλαβαίνουν καλύτερα τα σλάβικα του κράτους των Σκοπίων. Και θα έχει δίκιο ως ένα σημείο, καθώς, αρχικά, εξαρτάται από την διάλεκτο που μιλάει ο εκάστοτε πληθυσμός: Ένας σλαβόφωνος στην Φλώρινα, θα μπορούσε όντως να καταλάβει καλύτερα τα σλαβικά των Σκοπίων, αλλά ένας σλαβόφωνος από την Άνω Βροντού ή από το Τιρλίς της Δράμας

Επιπλέον, είπαμε ότι τα Βουλγαρικά είναι η διάλεκτος της Βάρνας, οπότε είναι λογικό οι νότιες διάλεκτοι, όπως η γλώσσα του κράτους των Σκοπίων, να είναι πιο κοντά σε αυτά που μιλούν οι σλαβόφωνοι της (ελληνικής) Μακεδονίας. Καταλαβαίνουμε όμως ότι: Από τη στιγμή που έχουμε δύο κράτη με παρόμοια γλώσσα (κατ' άλλους 3, υπολογίζοντας και τη Σερβία), δεν μπορεί κανείς να υποστηρίξει: "Είσαι με μας, γιατί η γλώσσα σου μοιάζει με τη δική μας", γιατί με αυτόν τον τρόπο οι Σέρβοι θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως Βούλγαροι και το αντίστροφο, οι κάτοικοι της ΠΓΔΜ ως Σέρβοι και ως Βούλγαροι (όπως και έγινε στο παρελθόν), και οι σλαβόφωνοι της ελληνικής Μακεδονίας ως Σέρβοι, Βούλγαροι και "Μακεδόνες", μόνο και μόνο διότι η γλώσσα τους ομοιάζει με αυτή των γειτόνων τους. 

Όντας Έλληνας δεν μπορεί κανείς εύκολα να το καταλάβει, καθώς δεν υπάρχουν άλλα ελληνόφωνα κράτη με τα οποία να έχουμε διαφορετική ιστορία και πολιτιστική σύνδεση, και έτσι όλοι οι ελληνόφωνοι είναι συνδεδεμένοι με τον ελληνικό πολιτισμό. Οπότε, η απάντηση στο τι είναι ο καθένας είναι η ίδια του η επιλογή. Όλη η Βαλκανική χερσόνησος νοτίως του Δούναβη ομιλεί τα σλαβικά εκτός από τη Δοβρουτσά, την Αλβανία, το Κόσοβο και την Ελλάδα. Πώς θα μπορούσε να υποστηρίξει, λοιπόν, κανείς ότι εάν η γλώσσα ενός πληθυσμού ομοιάζει με ενός άλλου, ο ένας ανήκει στον άλλο και το αντίστροφο;


ΠΑΡΕΝΘΕΣΗ
 
Το γεγονός ότι οι κάτοικοι των Σκοπίων μέχρι το 1912 νοούνταν ως Βούλγαροι, μαζί με τους υπόλοιπους εξαρχικούς της Μακεδονίας και μετά υιοθέτησαν την ταυτότητα του "Μακεδόνα", δηλαδή του σλαβόφωνου, πρώην οθωμανού υπηκόου, από την περιοχή της Οθωμανικής Μακεδονίας, αφορά την διαφορετική εθνική αφύπνιση που δέχθηκαν από το Κράτος Σέρβων, Σλοβένων και Κροατών και δεν έχει άμεση σχέση με αυτό το γλωσσικό θέμα που εξετάζεται τώρα. 

Όντως, οι Βούλγαροι θα μπορούσαν να υποστηρίξουν ότι οι Σκοπιανοί είναι Βούλγαροι, αλλά βασισμένοι στην ιστορία και ΟΧΙ στην κοινή καταγωγή της γλώσσας τους.

ΚΛΕΙΝΕΙ Η ΠΑΡΕΝΘΕΣΗ
     

Συνεπώς: Τί γλώσσα μιλούν οι σλαβόφωνοι της (ελληνικής) Μακεδονίας;

Μετά απ' όλα αυτά που αναφέρθηκαν παραπάνω, θεωρώ πως είμαστε έτοιμοι να δώσουμε μια απάντηση.  

Οι σλαβόφωνοι της Μακεδονίας μιλούν σλαβικές διαλέκτους, οι οποίες ομοιάζουν με την γλώσσα του κράτους των Σκοπίων, και με τη Βουλγαρική ως ένα σημείο, και αυτό επειδή οι δύο αυτές γλώσσες ανήκουν στην μεγάλη οικογένεια των σλαβικών γλωσσών, και παράλληλα, είναι εγγύτερα από οποιαδήποτε άλλη σλαβική διάλεκτο (π.x. τη Ρωσική, με την οποία ελάχιστα ομοιάζουν). Η σλαβική αυτή γλώσσα δεν οφείλεται σε τίποτα άλλο, από την διείσδυση των Σλάβων στη Βαλκανική χερσόνησο από τον 6ο-7ο αιώνα μ.Χ. και δεν θα έπρεπε να επηρεάζει την εθνική συνείδηση των ομιλητών της.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Οι Ρομά του Νομού Σερρών

   Σύμφωνα με την παράδοση, οι Οθωμανοί μπέηδες των Σερρών έφεραν π ριν από πολλά χρόνια τους/τις προγόνους των με λών των ρομικών ομάδων από την Αίγυπτο , για να κ αλλιεργήσου ν τα τσιφλίκια το υς. Σ ύμφωνα με τα γραπτά τεκμήρια όμως, η παρουσία των Ρ ομ στην περιοχή των Σερρών καταγράφ εται στο δε ύτερο ήμισυ του 15 ου αιώνα και στο 16ο αιώνα, ενώ συγκεκριμένε ς μαρτυρίες φανερών ουν τη δράση τους κατ ά τη διάρκεια της δεύτερης περι όδου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (από το 17ο αιώνα και έ ντευθεν) . Την εν λόγω περίοδο, η σύνδεση της οικονομικής ζ ωής της Οθωμανικής Αυτοκρατ ορίας με αυτή των Δυτ ικοευρωπαϊκών χωρ ών προκάλεσε σημάντικές αλλ αγές στον τρόπο και στους ρυθμούς της αγροτικής παραγωγής, οι οποί ες προσ δίδουν μια ικανοποιητική ερμηνεία για την πρ οσπάθεια της Οθωμανικής δ ι οίκησης να οδηγήσει διάφ ορες ρομι κές ομάδες σε μόνιμη εγκατάστασ η σε διά φορες αγ ροτικές της περιοχές. Οι ιδιαίτ ερες συνθήκες κάτω από τις οποίες οι εξελίξεις αυτές συνδέονται με τη δράση

Οι Τσάμηδες και ο αλβανικός ανθελληνισμός

Η Ιστορία των Τσάμηδων    Μπορώ να πω ότι αυτό το θέμα σχετικά με την ιστορία Τσάμηδων όπως και η ιστορία των Σουλιωτών και Αλβανών ήταν από τα πιο περίπλοκα θέματα, διότι υπάρχουν πολλά ασαφή κενά και λανθασμένα κείμενα, ή και προπαγανδιστικά, σε αυτήν την ιστορία, τα οποία μπορούν να μας δημιουργήσουν λανθασμένες αντιλήψεις ανα πάσα στιγμή. Για παράδειγμα, όταν έψαξα για τους Τσάμηδες στην σειρά εγκυκλοπαιδειών Χάρη Πάτση (Βασική Εγκυκλοπαίδεια των Νέων, Νεώτατη έκδοση 1981-1982), τους ανέφερε ως αλβανικής καταγωγής. Συγκεκριμένα: Η περιοχή της Τσαμουριάς ΤΣΑΜΗΔΕΣ:  Κάτοικοι της Τσαμουριάς (Θεσπρωτίας), αλβανικής καταγωγής. Τσάμηδες ονομάσθηκαν κυρίως εκείνοι από τους κατοίκους που ασπάσθηκαν την μουσουλμανική θρησκεία (κατα τον 17ο και 18ο αιώνα), για να διατηρήσουν την περιουσία τους. Οι Μουσουλμάνοι Τσάμηδες, κατά την απογραφή του 1940 έφθαναν τις 18.000 μέσα σε 65.000 πληθυσμό του νομού Θεσπρωτίας, κατείχαν δε τις πιο εύμορφες περιοχές του νομού. Σήμερα δ

Ιστορία Γ' Λυκείου Θεωρητικής Κατεύθυνσης (Κεφάλαιο 1ο)

  Δείτε επίσης: Σημαντικοί όροι για την Ιστορία Γ' Λυκείου Θεωρητικής Κατεύθυνσης Ιστορία Γ' Λυκείου Θεωρητικής Κατεύθυνσης (Κεφάλαιο 5ο) Ιστορία Γ' Λυκείου Θεωρητικής Κατεύθυνσης (Κεφάλαιο 4ο) Ιστορία Γ' Λυκείου Θεωρητικής Κατεύθυνσης (Κεφάλαιο 3ο)  Γ. Η ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ  Γ. ΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ 20ό ΑΙΩΝΑ 1. Το αγροτικό ζήτημα - Περιληπτική απόδοση:     Κατά την διάρκεια του 19ου αιώνα η αγροτική οικονομία έχασε σταδιακά την πρωταρχική σημασία που είχε για τις κοινωνίες του «δυτικού κόσμου»*. Η Ελλάδα βάδιζε με πιο αργούς ρυθμούς προς την ίδια κατεύθυνση. Εξ' αιτίας αυτών των εξελίξεων, άνοιξαν οι δρόμοι για την αγροτική μεταρρύθμιση*. Στον ελληνικό χώρο το πρόβλημα της έγγειας ιδιοκτησίας δεν γνώρισε τις εντάσεις που παρατηρήθηκαν σε άλλα ευρωπαϊκά ή βαλκανικά κράτη. Η σταδιακή διανομή των εθνικών γαιών* δημιούργησαν πλήθος αγροτών με μικρές ή μεσαίες ιδιοκτησίες, γεγονός που λειτούργησε θετικά, καθώς αποφεύφθηκαν εντ