Μακεδονικές Υποθέσεις 2: Πώς ένα χωριό γίνεται "ελληνικό" ή "βουλγαρικό"; Η περίπτωση των χωριών στον καζά Πετριτσίου στα τέλη του 1906
«[...]Μετά χαράς, ως και χθες τηλεγράφησα, αναγγέλω εις την Υμ.
Παναγιότητα, ότι δύο χωρία της επαρχίας Πετρίτσης, το Μίτινο εκ 40
οικιών συνιστάμενον και το Συρπάνι εξ 60, οικεία βουλήσει προσήλθον εις
την Ι. Μητρόπολιν και επέδωκαν αναφοράν, νομίμως υπογεγγραμμένην και
σεσημασμένην δια της σφραγίδος του χωρίου, δι' ής αναγνωρίζουσι τον
Οικουμενικόν Πατριάρχην και την ιεράν Μητρόπολιν Μελενίκου ως πνευματικήν και
εκκλησιαστικήν αυτών αρχήν. [...] Πλησίον της Πετρίτσης ορθόδοξα υπάρχουσι
δύο έτερα χωρία, Κάμενα και Κολάροβο εκ 40 και 25 οικιών, τα
οποία στερούνται ιερέων και διδασκάλων»[1].
Χάρτης του Λιθογραφείου Κοντογόνη με τίτλο "Θεσσαλονίκη", 1910. Φαίνονται τα χωριά του καζά Πετριτσίου, τα οποία αναφέρονται σε αυτή την υπόθεση (από δυτικά προς τα ανατολικά): Γιαβόρνιτσα, Κάμινα, Κολάροβον, Γιουρουκλερί μαχαλάδες (νοτιοανατολικά από το Πετρίτσι), Τοπόλνιτσα, και προς βορρά παράλληλα με τον ποταμό Στρυμόνα: Μιτίνοβον, Σιρμπάνοβον και Στάρτσοβον. Η Μπογορόντιτσα βρίσκεται εκτός των ορίων του χάρτη.
Αντίστοιχα, μας πληροφορεί[2]
ο Έλληνας Πρόξενος Σερρών, Αντώνιος Σακτούρης ότι:
«Λαμβάνω την τιμή να πληροφορήσω ευχαρίστως ότι εκ των βουλγαροφώνων
χωρίων της πεδιάδος Πετρίτσης τρία, το Μίτινο, το Σιαρμπάνοβο και
Τοπόλνιτσα, σχισματικά από δεκαετίας, δι' αναφοράς των προς τας
τουρκικάς αρχάς Πετρίτσης και τον Μητροπολίτη Μελενίκου Αιμιλιανόν, εδήλωσαν
ότι επανέρχονται εις την Ορθοδοξίαν. Κατόπιν της δηλώσεως ταύτης η Α. Σεβασμιότης
ο Άγιος Μελενίκου μεταβάς εις τα εν λόγω χωρία, καθηγίασε τας εκκλησίας των και συνεχώρησε και ευλόγησε
τους επανελθόντας εις τους κόλπους της Μητρός εκκλησίας χωρικούς. Προς τοις
ανωτέρω χωρίοις και έτερον, το Κολάροβον, είχε προηγουμένως δηλώσει
επισήμως ότι επανέρχεται εις την Ορθοδοξίαν[3]».
Πέρα από τα 3 σίγουρα
χωριά στον καζά Πετριτσίου που ζήτησαν να επανέλθουν στην δικαιοδοσία του
Οικουμενικού Πατριαρχείου (Μίτινο, Σιρμπάν ή Σιρμπάνοβο, Κολάροβο), αναφέρονται
δύο διαφορετικά χωριά στις δύο πηγές: η Τοπόλνιτσα και η Κάμενα. Το πρώτο είναι
δίπλα στους γιουρουκικούς μαχαλάδες απ’ όπου στρατολογήθηκαν ορισμένοι
μουσουλμάνοι από το ελληνικό δίκτυο[4],
ενώ υπήρχαν κατά το 1905 συνεννοήσεις από την ελληνική κοινότητα Άνω Τζουμαγιάς
για τη δημιουργία ενός ελληνόφιλου πόλου στο χωριό[5].
Για το δεύτερο χωριό δεν υπάρχει κάποιο ιδιαίτερο στοιχείο. Αλλά ακόμα και να
εντάχθηκαν και τα δύο, μαζί με τα υπόλοιπα, υπάρχει ένα σημείο που προκαλεί
ερωτηματικά. Τόσο ο Σακτούρης όσο και ο Αιμιλιανός μιλούν για 10 με 11 χρόνια
υπαγωγή στην Εξαρχία. Γνωρίζουμε ότι πολλά χωριά αναγκάστηκαν να δεχθούν την
Εξαρχία υπό την πίεση των όπλων. Αλλα είναι όντως τόσο απλό; Δηλαδή, πήγαινε
ένα βράδυ μια ένοπλη συμμορία τους πίεζε και άλλαζαν στρατόπεδο με τη βία; Η
αλήθεια είναι αρκετά μακριά από αυτό.
Τα χωριά χωρίζονταν,
ανάλογα με τις εθνοτικές τους ομάδες σε διάφορες παρατάξεις. Αλλά προτού
προχωρήσουμε, οφείλω να διευκρινίσω τα εξής:
·
Χωριό
ή Πόλη: Οικισμός όπου
φιλοξενείται ένας αριθμός ανθρώπων, είτε ίδιων είτε διαφορετικών εθνοτικών
ομάδων, και μέσα στον οποίο υπάρχουν μία ή περισσότερες κοινότητες.
·
Κοινότητα: Μια ομάδα οικογενειών σε ένα χωριό,
συνήθως με ίδιο εθνοτικό χαρακτήρα, που υπάρχει σαν νομικό πρόσωπο και που
διατηρεί το δικό της σχολείο, εκκλησία και άλλα ιδρύματα μέσα σε ένα χωριό ή
πόλη. Είχε το δικό της ταμείο, σφραγίδες, πηγές εσόδων κ.ά.. Οι κοινότητες ήταν
προσανατολισμένες προς τις εντολές του εκάστοτε εθνικού δικτύου, του οποίου
αποτελούσαν μέρος. Έτσι, μια κοινότητα ενός χωριού ή μιας πόλης ταυτιζόταν με την
παράταξη ή το κόμμα.
·
Ο αντίθετος
πόλος ή η αφανής μειοψηφία μπορεί να είναι μια ομάδα ελάχιστων
οικογενειών που είναι αντίθετοι με την παρούσα υπαγωγή του χωριού τους, που δεν
έχουν, προς στιγμήν, τη δύναμη να σχηματίσουν μια ξεχωριστή κοινότητα και δεν
υπάρχουν σαν νομικό πρόσωπο.
·
Ενας
πόλος γενικότερα ήταν μια ομάδα ατόμων, με εμμονή στις εθνικές της θέσεις, σε
αντίθεση με την απρόσωπη πλειοψηφία, η οποία με διάφορους τρόπους μεταπηδούσε
συνεχώς από την μία κοινότητα στην άλλη, κατόπιν πιέσεων από τον εκάστοτε πόλο.
Στην περίπτωση των
χωριών που επέστρεψαν, μιλούμε για μικρές σλαβόφωνες χριστιανικές κοινότητες.
Μέσα σε τέτοιου είδους κοινότητες, υπήρχαν συνήθως δύο πόλοι ή πηγές επιρροής.
Έτσι, υπήρχε ο ελληνικός πόλος και ο βουλγαρικός και στη μέση αυτών, η απρόσωπη
πλειοψηφία. Η κοινότητα σαν σύνολο, άλλαζε δίκτυο (εκκλησιαστικό – εκπαιδευτικό
– ένοπλο) όταν επικρατούσε ο αντίπαλος πόλος. Για να γίνει αυτό, σε τελική ανάλυση
έπρεπε να υπογράψουν, όσοι είχαν δικαίωμα ψήφου, μια έκθεση η οποία θα δήλωνε
ότι «εμείς, οι κάτοικοι του συγκεκριμένου χωριού, ζητούμε την υπαγωγή...». Στην
ουσία αυτοί ήταν η πλειοψηφία (ο ένας πόλος μαζί με τους οπαδούς του), όχι όλοι
όσοι είχαν το δικαίωμα να ψηφίσουν, διότι πέρα απ’ αυτούς, σε κάθε χωριό ή
κοινότητα υπάρχει η συχνά αφανής μειοψηφία (ο αντίθετος πόλος). Τα μέσα που
χρησιμοποιούσαν οι δύο πόλοι ήταν: η τρομοκρατία, η κατήχηση – προπαγάνδα, ο
οικονομικός πόλεμος, η συκοφαντία στις αρχές κ.ά. και είχαν ως σκοπό να
προσελκύσουν όσο το δυνατόν περισσότερους οπαδούς, ώστε να είναι τόσο δυνατοί
προκειμένου να αποκτήσουν τον έλεγχο της κοινότητας.
Σε μεγαλύτερα χωριά πρωτίστως
όλοι υπάγονταν στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Από το 1870’ και εξής, εάν υπήρχαν
20-25 οικογένειες που επιθυμούσαν να ακολουθήσουν διαφορετική πορεία,
δημιουργούσαν μια ξεχωριστή κοινότητα[6].
Στα χρόνια που ακολουθούσαν οι οικογένειες του χωριού μετακυλούσαν από την μία
κοινότητα στην άλλη, ανάλογα με τη πίεση ή την προπαγάνδα που δέχονταν.
Αν προσαρμόσουμε την
παραπάνω ιδέα στην περίπτωση των χωριών, θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι, ο
ελληνικός πόλος αυτών των χωριών πέτυχε να επικρατήσει σε αυτές τις κοινότητες
και έτσι ζήτησαν να αλλάξουν υπάγωγή. Ωστόσο, δεν υπάρχει καμιά αναφορά για
ελληνικούς πόλους σε αυτά τα χωριά. Δεν υπάρχουν δηλαδή άτομα που να διατηρούν
έναν κρυφό πυρήνα ελληνισμού, να έχουν συνδιαλλαγές με το Ελληνικό Προξενείο,
να ζητούν με επιστολές βοήθεια από αυτό, να εντάσσονται σε ελληνικά ένοπλα
σώματα κ.ό.κ.. Αν σκεφτούμε ότι επί 10 – 11 χρόνια αυτές οι κοινότητες ήταν
εξαρχικές, δεν βρέθηκε ούτε μία ευκαιρία ώστε να δημιουργηθεί μια εστία
αντίστασης απέναντι στην Εξαρχία, ούτε να σταλθεί ένα μήνυμα για βοήθεια στο
ελληνικό δίκτυο;
Αυτό που αναρωτιέται
κανείς που διαβάζει γι’ αυτά τα χωριά, θα συνέβαινε μόνο εάν υπήρχαν
ελληνόφιλοι σε αυτά. Από την στιγμή που δεν υπήρχαν, αυτό σημαίνει ότι η αλλαγή
δεν έγινε βάσει εθνικού αισθήματος, αλλά βάσει προσωρινών συμφερόντων. Οι
παρακάτω πηγές μπορούν να μας κατατοπίσουν.
1.
«Στα
ανατολικά, στην περιοχή των Σερρών, ο αγώνας ήταν πιο περίπλοκος. Εδώ ο
Σαντάνσκι δεν επιτείθετο μόνο στους Πατριαρχικούς αλλά επέδραμε και σε χωριά
όπου επικρατούσαν οι Βερχοβιστές. Αντίστοιχα, συμμορίες Βερχοβιστών επιτίθονταν
σε χωριά που είχαν δεχθεί την φατρία του Σαντάνσκι (Σεντραλιστές). Αυτές οι
διαμάχες έδωσαν λίγο περιθώριο στους Έλληνες, αλλά παρά ταύτα χάθηκαν
αρκετοί Πατριαρχικοί σε αυτούς τους αγώνες και ορθόδοξα χωριά στον καζά Σερρών
και Ζίχνης ενιότε δέχονταν επιθέσεις[7]».
2.
Από
την επιστολή του Αντρέι Τόσεφ, Νοέμβριος 1907 «Καζάς Πετριτσίου:
Εδώ και τέσσερα χρόνια (1904-1907), η ελληνική κοινότητα ηγείται της ελληνικής κίνησης στη περιοχή. Η κοινότητα αυτή βρήκε έναν καλό βοηθό στο πρόσωπο ενός από τους εκεί δασκάλους, αξιωματικού του ελληνικού στρατού, σταλμένου από την Αθήνα για να ρυθμίσει τις υποθέσεις του ελληνικού κομιτάτου σε αυτό το σημείο. Οι στρατολογημένοι αντάρτες είναι εν μέρει τοπικοί Τούρκοι πέριξ της πόλεως του Πέτριτς, από τα γύρω τουρκικά χωριά και επίσης Βούλγαροι Πατριαρχικοί από το μοναδικό γρεκομάνικο χωριό Στάρτσοβο[8]. Έναντι της καλής αμοιβής που λαμβάνουν, αυτοί οι πολεμιστές της ελληνικής ιδέας, είναι υποχρεωμένοι να σκοτώσουν τους Βούλγαρους, για τους οποίους λαμβάνουν εντολή, και να ενσταλάζουν τον τρόμο μεταξύ του βουλγαρικού πληθυσμού, κατόπιν γυρνούν ατιμώρητοι στα σπίτια τους ως ειρηνικοί και αθώοι υπήκοοι του Σουλτάνου. Η κοιλάδα του Πέτριτς, η οποία είναι το βασίλειο αυτών των πληρωμένων ληστών, δεν έχει σχεδόν καμιά βουλγαρική οργάνωση. Οι πατριώτες μας εκεί είναι χωρισμένοι εδώ και καιρό σε δύο στρατόπεδα – τους σεντραλιστές και τους βερχοβιστές – και ασχολούνται με την αυτο-εξόντωση και με την αποθάρρυνση των αγροτών. Ως αποτέλεσμα των παραπάνω, ο βουλγαρικός πληθυσμός είναι εκτεθειμένος σε απαίσια βάσανα. Γύρω στα 26 χωριά αυτού του καζά έχουν ήδη κλονιστεί πολύ και τείνουν προς το Πατριαρχείο. 6 εκ των οποίων κατά τον Αύγουστο (1907) ήθελαν επειγόντως να περάσουν υπό την δικαιοδοσία του Πατριαρχείου, αλλά τους σταμάτησε το παρόν status quo των εκκλησιών[9]».
Εδώ και τέσσερα χρόνια (1904-1907), η ελληνική κοινότητα ηγείται της ελληνικής κίνησης στη περιοχή. Η κοινότητα αυτή βρήκε έναν καλό βοηθό στο πρόσωπο ενός από τους εκεί δασκάλους, αξιωματικού του ελληνικού στρατού, σταλμένου από την Αθήνα για να ρυθμίσει τις υποθέσεις του ελληνικού κομιτάτου σε αυτό το σημείο. Οι στρατολογημένοι αντάρτες είναι εν μέρει τοπικοί Τούρκοι πέριξ της πόλεως του Πέτριτς, από τα γύρω τουρκικά χωριά και επίσης Βούλγαροι Πατριαρχικοί από το μοναδικό γρεκομάνικο χωριό Στάρτσοβο[8]. Έναντι της καλής αμοιβής που λαμβάνουν, αυτοί οι πολεμιστές της ελληνικής ιδέας, είναι υποχρεωμένοι να σκοτώσουν τους Βούλγαρους, για τους οποίους λαμβάνουν εντολή, και να ενσταλάζουν τον τρόμο μεταξύ του βουλγαρικού πληθυσμού, κατόπιν γυρνούν ατιμώρητοι στα σπίτια τους ως ειρηνικοί και αθώοι υπήκοοι του Σουλτάνου. Η κοιλάδα του Πέτριτς, η οποία είναι το βασίλειο αυτών των πληρωμένων ληστών, δεν έχει σχεδόν καμιά βουλγαρική οργάνωση. Οι πατριώτες μας εκεί είναι χωρισμένοι εδώ και καιρό σε δύο στρατόπεδα – τους σεντραλιστές και τους βερχοβιστές – και ασχολούνται με την αυτο-εξόντωση και με την αποθάρρυνση των αγροτών. Ως αποτέλεσμα των παραπάνω, ο βουλγαρικός πληθυσμός είναι εκτεθειμένος σε απαίσια βάσανα. Γύρω στα 26 χωριά αυτού του καζά έχουν ήδη κλονιστεί πολύ και τείνουν προς το Πατριαρχείο. 6 εκ των οποίων κατά τον Αύγουστο (1907) ήθελαν επειγόντως να περάσουν υπό την δικαιοδοσία του Πατριαρχείου, αλλά τους σταμάτησε το παρόν status quo των εκκλησιών[9]».
3.
Από
το σχετικό κείμενο του Μητροπολίτη Αιμιλιανού, ο οποίος γράφει για την
επιστροφή αυτών των κοινοτήτων στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. «Είνε φοβερά
η οικονομική κατάστασις των χωρικών, Παναγιώτατε. Το κομιτάτον, ή μάλλον τα όργανα
αυτού όχι μόνον εξήντλησαν αυτούς χρηματικώς, αλλά τους εθανάτωσαν, διότι όχι
μόνον τα σκεύη, τα έπιπλα, τους αροτήρας βους επώλησαν προς φορολογίαν, αλλά
και αυτά τα πενιχρότατα ενδύματά των και, πολλάκις προέτρεπον αυτούς προς
κλοπήν χάριν φορολογίας. Ιδού οι σωτήρες του βουλγαρικού δήθεν λαού,
οι μέλλοντες ελευθερωταί αυτών από της τυραννίας των εκ Φαναρίου αρχιερέων. Εάν
αποφασίση τις να στείλη άνθρωπον προς εξέτασιν των βιασμών, των κακουργιών, των
πιέσεων, των δολοφονιών μεταξύ των εξαρχικών χωρίων, υπ' αυτών των κομιτών, θα
φρίξη».
Ορισμένα από τα χωριά της υπόθεσης, κατά την στατιστική του Χαλκιόπουλου το 1910. Βλ. Χαλκιόπουλος Αθ., Μακεδονία. Βιλαέτια Θεσσαλονίκης - Μοναστηρίου, εν Αθήναις, 1910, σ. 59.
Κατά συνέπεια, οι
αιτίες που επέστρεψαν αυτά τα χωριά υπό τη δικαιοδοσία του Οικουμενικού
Πατριαρχείου είναι η αργυρολογία από μεριάς των βουλγαρικών συμμοριών που είχε
ξεπεράσει κάθε όριο, η κόντρα μεταξύ σεντραλιστών και βερχοβιστών που είχε
άμεσο αντίκτυπο στους χωρικούς, οι οποίοι τιμωρούνταν από την μία φατρία όταν
δέχονταν τους αντιπάλους τους και το αντίστροφο και η πίεση από τις ελληνικές
ένοπλες ομάδες. Όμως, αυτή η αλλαγή ήταν προσωρινή. Σύντομα θα χαθούν από το
ελληνικό δίκτυο ώστε τρία χρόνια μετά, το 1910 στην στατιστική του
Χαλκιόπουλου, το Μίτινο, το Σιρμπάνι και το Κολάροβο θα είναι πλέον
καταχωρημένα ως «σχισματικά» και μόνο η Κάμενα και η Τοπόλνιτσα θα μείνουν ως
ελληνικά στα χαρτιά. Η Τοπόλνιτσα ενώ ενσωματώθηκε το 1913 στην Ελλάδα, οι
κάτοικοι γκρεμίσαν τα σπίτια τους, και μετέφεραν όλα τους τα υπάρχοντα ελάχιστα
χιλιόμετρα βορειότερα, όπου ξανάχτισαν το χωριό τους, μέσα σε βουλγαρικό
έδαφος. Η Κάμενα ενσωματώθηκε στη Βουλγαρία και δεν υπήρξε ούτε ένας ώστε να
μεταναστεύσει, σε αντίθεση με το Σιρμπάνι, απ’ όπου έφτασαν 39 πρόσφυγες.
Σίγουρα, μεγάλο αντίκτυπο στη πορεία της ελληνικής ιδέας στο καζά Πετριτσίου
υπήρξε η διάλυση των ελληνικών κοινοτήτων των χωριών Στάρτσοβο, Μπογορόντιτσα, Κάμενα,
Μίτινο, Σιρμπάνι και Γιαβούρνιτσα από τον Ντόντσο Ζλάτκωφ κατά τη διάρκεια του
Α’ Βαλκανικού Πολέμου, με την έγκριση των Βουλγαρικών στρατευμάτων[10].
Καζάς
Πετριτσίου
|
Μίσεφ 1905
|
Έγγραφα
Δεκεμβρίου 1906
|
Δημοσθένης
φλωριάς 1908
|
Πολιτοφύλακες
1909
|
Χαλκιόπουλος
1910
|
Ελληνικός
Στρατός 1912 / Πρόσφυγες 1913
|
Πετρίτσι
|
1.276 Πατριαρχικοί
|
Ήδη πατριαρχικό
|
+ 135
Οικογένειες
|
1 πολιτοφύλακες
|
1.250 Ορθόδοξοι
Έλληνες
|
13 οικογένειες
(65 άτομα)
|
Στάρτσοβο
|
920
Πατριαρχικοί
|
Ήδη πατριαρχιό
|
+
|
6 πολιτοφύλακες
|
600 Ορθόδοξοι
Έλληνες
|
109 οικογένειες
(455 άτομα)
|
Μπογορόντιτσα[11]
|
760 Εξαρχικοί
|
Ήδη πατριαρχικό
|
+
|
10
πολιτοφύλακες
|
550 Ορθόδοξοι
Έλληνες
|
19 οικογένειες
(81 άτομα)
|
Σιρμπάν
|
304 Εξαρχικοί
|
+
|
+
|
2 πολιτοφύλακες
|
-
|
10 οικογένειες
(39 άτομα)
|
Τοπόλνιτσα
|
224 Εξαρχικοί
|
+
|
-
|
0
|
150 Ορθόδοξοι
Έλληνες
|
160 Σχισματικοί
Βουλγαρίζοντες (1912)
|
Γιαβούρνιτσα
|
200
Πατριαρχικοί
|
-
|
+
|
0
|
60 Ορθόδοξοι
Έλληνες
|
-
|
Μίτινο
|
256 Εξαρχικοί
|
+
|
+
|
2 πολιτοφύλακες
|
-
|
-
|
Σμόλαρι
|
784 Εξαρχικοί
|
-
|
+
|
3 πολιτοφύλακες
|
100 Ορθόδοξοι
Έλληνες
|
-
|
Κάμενα
|
176
πατριαρχικοί
|
+
|
+
|
0
|
125 Ορθόδοξοι
Έλληνες
|
-
|
Κολάροβο
|
208 Εξαρχικοί
|
+
|
+
|
0
|
-
|
-
|
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Θεσσαλονίκη [χάρτης]. -- Κλίμακα: 1: 200.000 ή 1εκ. ανά 2 χιλ. (Δ 40 30΄- 41 30΄/Β 40 30΄- 41 30΄). . -- Αθήναι : Γ. Κοντογόνης, 1910
ΑΥΕ 1905, ΑΑΚ/Β’, Προξενείο Θεσσαλονίκης, αρ. πρωτ. 843
AYE 1906, Προξενείο Θεσσαλονίκης, αρ. εμπ. πρωτ. 447
НА БАН, ф. 175, оп. 1, а. е.
33, л. 1-302.
Αργυρόπουλος Περικλής Α., Ο Μακεδονικός Αγών (Απομνημονεύματα), εκδ. Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη, 1957.
Βλάχος Ιωάννης, "Ο Μακεδονικός Αγών εις την περιοχήν Μελενίκου (Εκθέσεις Μητροπολιτών Ειρηναίου και Αιμιλιανού)", στα Σερραϊκά Χρονικά, τομ. Η', Αθήνα, 1979, σ. 83-154.
Brancoff D. M., La Macedoine et la population Chretienne, Paris, 1905.
Διπλωματικά Έγγραφα 1913-1917, Ελληνοσερβική Συνθήκη Συμμαχίας. Εισβολή Γερμανοβουλγάρων εις Μακεδονίαν, εκδ. Β', Υπουργείο Εξωτερικών, Εν Αθήναις, 1920.
Douglas Dakin, The Greek Struggle in Macedonia 1897-1913, Museum of The Macedonian Struggle. Institute For Balkan Studies, Thessaloniki, 1993.
Λαούρδας Β., Πέννας Π., "Σημειώσεις και οδηγίαι Δημοσθένους Φλωριά", στα Σερραϊκά Χρονικά, τομ. Δ', Αθήνα, 1963, σ. 97-144.
Λαούρδας Β., Πέννας Π., "Ο Μακεδονικός Αγών εις την περιοχήν των Σερρών κατά το 1907 (Εκθέσεις του προξένου Σαχτούρη)", στα Σερραϊκά Χρονικά, τ. Γ’, Αθήνα, 1959, σ. 5-143.
Μπάκας Ιωάννης Θ., Ο ελληνισμός και η μητροπολιτική περιφέρεια Μελενοίκου 1850-1912, Διδακτορική διατριβή, Θεσσαλονίκη, 2003.
Στατιστικοί Πίνακες του
πληθυσμού κατ' εθνικότητας των νομών Σερρών και Δράμας,
Αθήνα, Επιτελική Υπηρεσία του Ελληνικού
Στρατού, 1919.
Χαλκιόπουλος
Αθ., Μακεδονία. Βιλαέτια Θεσσαλονίκης - Μοναστηρίου,
εν Αθήναις, 1910.
[1]
Βλάχος Ιωάννης, "Ο Μακεδονικός Αγών εις την περιοχήν Μελενίκου (Εκθέσεις
Μητροπολιτών Ειρηναίου και Αιμιλιανού)", στα Σερραϊκά Χρονικά, τομ.
Η', Αθήνα, 1979, σ. 106-108.
[2]
Λαούρδας Β., Πέννας Π., "Ο Μακεδονικός Αγών εις την περιοχήν των Σερρών
κατά το 1907 (Εκθέσεις του προξένου Σαχτούρη)", στα Σερραϊκά Χρονικά,
τ. Γ’, Αθήνα, 1959, σ. 21.
[3]
Τί πραγματικά συνέβη με το Κολάροβο;
Στην επιστολή του Λ. Κορομηλά προς το Υπουργείο Εξωτερικών με ημερομηνία 24 Νοεμβρίου
1905 (ΑΥΕ 1905, ΑΑΚ/Β’, Προξενείο Θεσσαλονίκης, αρ. πρωτ. 843) δίνεται με μεγάλη
λεπτομέρεια η εικόνα που επικρατεί στη Μακεδονία ως προς τους Έλληνες και
Βούλγαρους ένοπλους αντάρτες ανά περιοχή. Στο τέλος της επιστολής σημειώνεται: «Η
ενέργεια του σώματος Πετρίτσης υπήρξεν επιτυχής, διότι όχι μόνον
συνεκράτησε τους έτοιμους να εκβουλγαρισθώσιν ημετέρους, αλλά και εξηφάνισε
πολλά εξαρχικά χωριά ως το Κολάροβον, ζήτησαν να επανέλθη εις την Ορθοδοξίαν».
Εννέα μήνες αργότερα, στις 26 Αυγούστου 1906, σε άλλη επιστολή του προς το
Υπουργείο Εξωτερικών (AYE 1906, Προξενείο Θεσσαλονίκης, αρ. εμπ. πρωτ. 447), ο Λάμπρος Κορομηλάς αναφέρει: «Το
παρά το Πετρίτσι χωρίον Κολάροβον προσήλθεν στην Ορθοδοξίαν. Άλλα πέντε χωρία
της περιφερείας Μελενίκου πιθανόν να προσέλθωσι προσεχώς. Η επιτυχία εκεί θ’
αποβή πολύ μείζων, εάν κατορθώσωμεν να σώσωμεν τον Βούλγαρον βοεβόδαν Μπακάλτσην
ή Μπακάλωφ, δηλώσαντα ότι προσέρχεται εις ημάς, εάν του χαρισθή η ζωή και ευρεθή
πόρος τις, όπως επαρκή εις διατήρησίν του».
[4]
Λαούρδας Β., Πέννας Π., "Σημειώσεις και οδηγίαι Δημοσθένους Φλωριά",
στα Σερραϊκά Χρονικά, τομ. Δ', Αθήνα, 1963, σ. 103 & 124.
[5]
Βλ. Αργυρόπουλος Περικλής Α., Ο
Μακεδονικός Αγών (Απομνημονεύματα), εκδ. Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών,
Θεσσαλονίκη, 1957, σ. 61. Συγκεκριμένα σε επιστολή του προς τον Λ. Κορομηλά, ο
Περικλής Αργυρόπουλος γράφει προς πληροφόρηση του πρώτου σχετικά με την Τοπόλνιτσα:
«Ως προς την Τοπόλνιτσα, ιδού περί τίνος πρόκειται: το τσιφλίκι ανήκει εις
την Δζουμαγιά Μπάλα, η οποία θέλει να το εκμεταλλευτεί μόνη της, για να
τοποθετήση εκεί χωρικούς δικούς μας. Το Προξενείον Σερρών μου λέγει ότι θα
πρέπει να διαθέσωμεν 30 λίρες δια τον σκοπόν αυτόν...»
[6]
Βλάχος Ιωάννης, "Ο Μακεδονικός Αγών εις την περιοχήν Μελενίκου (Εκθέσεις
Μητροπολιτών Ειρηναίου και Αιμιλιανού)", στα Σερραϊκά Χρονικά, τομ. Η',
Αθήνα, 1979, σ. 111. Το απόσπασμα
που ακολουθεί αφορά την προσπάθεια δημιουργίας βλαχικής (ρουμανόφιλης)
κοινότητας στη Κάτω Τζουμαγιά και την αντίδραση της Ελληνικής κοινότητας επί
του θέματος: «Καίτοι δεν έχομεν αξιώσεις ότι γιγνώσκομεν επακριβώς τας των
νόμων λεπτομερείας, νομίζομεν όμως, καθώς ακούομεν, ότι τότε μόνον θεωρείται
ότι υφίσταται εν τινι συνοικισμώ φυλετική ή θρησκευτική κοινότης επισήμως
αναγνωριζομένη, όταν συγκεντρωθώσιν 20-25 τουλάχιστον οικογένειαι πρεσβεύουσαι
τα της φυλής ή θρησκεύματος εκείνου και δηλώσωσιν εαυτάς ως τοιαύτας τη Αρχή,
αυτή δε δι’ επιτοπίου εξελέγξεως πεισθή περί της ακριβείας της δηλώσεως».
[7]
Douglas Dakin, The Greek Struggle
in Macedonia 1897-1913, Museum of The Macedonian Struggle. Institute For
Balkan Studies, Thessaloniki, 1993, p. 251.
[8]
«Πετρίτσιον: Η εργασία ημών εν Πετριτσίω
διεξάγεται επίσης διά Τούρκων συντρεχόντων, και των πολιτοφυλάκων του
Σταρτσόβου. Αρχηγός της εκεί εργασίας είναι ο εκ Γιουρουκλερί Οθωμανός Αβδουλάχ
Τσαούς. Αρκετάς υπηρεσίας προσφέρει το σώμα τούτο εκεί». Βλ. Λαούρδας Β., Πέννας
Π., "Σημειώσεις και οδηγίαι Δημοσθένους Φλωριά", στα Σερραϊκά
Χρονικά, τομ. Δ', Αθήνα, 1963, σ. 103.
[9]
Βλ. παραπάνω τη περίπτωση του Κολάροβο
και ποιοι παράγοντες συντέλεσαν ώστε να ενταχθεί στο ελληνικό δίκτυο.
[10]
Μπάκας Ιωάννης Θ., Ο ελληνισμός
και η μητροπολιτική περιφέρεια Μελενοίκου 1850-1912, Διδακτορική διατριβή,
Θεσσαλονίκη, 2003, σ. 291.
[11]
Το 1903 ήταν, η Μπογορόντιτσα και το
Στάρτσοβο ήταν τα δύο πατριαρχικά χωριά στο καζά Πετριτσίου (Μπάκας, σ. 230, 247),
ωστόσο η πρώτη χωρίζεται στα δύο μετά από την προχώρηση του ιερέα του χωριού
στο σχίσμα (Λάιος Γ., σ. 230) κατά τον Λάιο το 1903 και κατά την εφημερίδα
«Αλήθεια» 20.11.1908, έναν χρόνο αργότερα, που βγάζει νόημα, μιας που
αναφέρεται η ύπαρξη Έλληνα δασκάλου στην αρχή εκείνης της χρονιάς. Το 1904 η
Μπογορόντιτσα είχε ως Έλληνα δάσκαλο τον Νικόλαο Γιανκούλα, ενώ το Στάρτσοβο
τον Αντώνιο Αυξεντιάδη και την Φωτεινή Αλατά (Μπάκας, σ. 148). Το 1908, οι
οικογένειες της Μπογορόδιτσας που προσχώρησαν το 1904 στην Εξαρχία, επέστρεψαν
στο Πατριαρχείο, αριθμώντας πλέον σε 120 πατριαρχικές οικογένειες.
Οι Πρόσφυγες εκ της πόλεως του Πετριτσίου δεν 65 άτομα. Ήταν τουλάχιστον 1.100.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑν έχετε και άλλα αρχεία για το Πετρίτσιον θα το εκτιμούσα αν τα δημοσιεύατε.
Η κοινότητα του Πετριτσίου αποτελείτο από σλαβόφωνους, περίπου 10 οικογένειες βλαχόφωνων, παλιών μετοίκων από το Πήλιο, και 40-50 οικογένειες Ρομά. Οι υπόλοιποι, πλην των βλαχόφωνων επέλεξαν να μείνουν στο Πετρίτσι. Στην σχετική έκθεση του Χατζηκυριακού, επιθεωρητή των ελληνικών σχολείων εκεί, κατά το 1906 αναφέρει πως οι σλαβόφωνοι της πόλεως του Πετριτσίου δεν είναι ένθερμοι ακόλουθοι της ελληνικής ιδέας, αναλύοντάς το παρακάτω. Μπορείτε να διαβάσετε την σχετική έκθεση εδώ: Ανδρεάδης Χρήστος Γ., Εκθέσεις προξενικές, εκπαιδευτικές – εκκλησιαστικές και λοιπά
Διαγραφήσυναφή έγγραφα του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα για τον υπόδουλο και
μη ελληνισμό, εκδ. Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 2013, σ. 534-567. Στην έκθεση αυτή έχει πληροφορίες για όλες τις βόρειες κωμοπόλεις του σαντζακίου Σερρών. Ο Μπάκας στην διδακτορική του διατριβή αναφορικά με την Ελληνική κοινότητα του Πετριτσίου το 1884-1885 (Μπάκας Ιωάννης Θ., Ο ελληνισμός και η μητροπολιτική περιφέρεια Μελενοίκου 1850
1912, Διδακτορική διατριβή, Θεσσαλονίκη 2003, σ. 139-140), η οθωμανική
απογραφή των ετών 1881-1882/1893 (Karpat Kemal, Ottoman population 1830-1914, Γουινσκόνσιν 1985, σ. 136-137), ο Κάντσοφ το 1891 (Kančov Vasil, “Patuvane po dolinite na Struma, Mesta i Bregalnica” (Ταξίδι στις
κοιλάδες του Στρυμόνα, Νέστου και Μπρεγκάλνιτσα), Izbrani proizvedenija,
Tom 1, Izdatelstvo “Nauka i izkustvo”, Sofija 1970, σ. 122), ο Χατζηκυριακού το 1906 αλλά και τα στατιστικά του Ελ. Στρατού αναφορικά με τους πρόσφυγες από την Βουλγαρική Μακεδονία το 1913 (Διπλωματικά Έγγραφα 1913-1917, Ελληνοσερβική Συνθήκη Συμμαχίας. Εισβολή
Γερμανοβουλγάρων εις Μακεδονίαν, εκδ. Β', Υπουργείο Εξωτερικών, Εν
Αθήναις, 1920, σ. 256) συμφωνούν στον πυρήνα αυτών των 10 περίπου βλαχόφωνων οικογενειών.
Δεν ξέρω που βρήκατε τον αριθμό των 1.100 προσφύγων από την πόλη του Πετριτσίου, αλλά ούτε αποτυπώνεται σε κάποια επίσημη, ούτε φαίνεται να ευσταθεί, αν λάβουμε υπόψιν τις παραπάνω αναφορές στις πηγές που επεσήμανα. Σκεφτείτε, δε, ότι οι πρόσφυγες στο Νέο Πετρίτσι είναι κατά πλειοψηφία από το χωριό Στάρτσοβο.
Μπορείτε να ανατρέξετε σε αυτές που παραθέτω παραπάνω, αν θέλετε να μάθετε κι άλλα για την πόλη και την περιοχή του Πετριτσίου.
Δημήτρης Μαυρίδης
Αν δείτε την στατιστική των νομών Σερρών και Δράμας στην στήλη του 1915 θα δείτε ότι οι πρόσφυγες είναι 1.786.
ΔιαγραφήΕκ των οποίων σύμφωνα με τα παραπάνω στοιχεία έχουμε 600 περίπου από το Στάρτσεβο, 120 από την Μπογκορόντιτσα και το Σιαρμπάνοβο μαζί.
Απομένουν γύρω στους 1.050 (κατ ακρίβεια 1.048).με την αφαίρεση των περίπου 60 Βλάχων έχουμε γύρω στους 988 Πετριτσιώτες. Ένα μέρος των Πετριτσιωτών δηλαδή δεν κατέφυγε στο ελεύθερο κομμάτι.
Αυτοί οι 900+ είναι Πετριτσιώτες που εγκαταστάθηκαν στο Νέο Πετρίτσι.
Οι πληροφορίες των Βιβλίων του χωριού το μαρτυρούν λέγοντας πως οι Πετριτσιώτες καθώς ήταν περισσότεροι και πιο πλούσιοι επιβλήθηκαν στους υπόλοιπους.
Ίσως να επικράτησε η αντίληψη ότι οι Σταρτσοβίτες είναι η πλειοψηφία λόγω της μνείας του χωριού και του συλλόγου.
Μετά χαράς να διαβάσω την απάντηση σας. 😊
Χαίρομαι που βασίζεστε σε πηγές που χρησιμοποιώ και εγώ, πράγμα που κάνει έναν διάλογο επί κοινής βάσης πιο εύκολο. Επιτρέψτε μου, να συνεχίσω να αμφιβάλλω για τον αριθμό των προσφύγων από το Πετρίτσι προς την Βέτερνα και εξηγώ:
ΔιαγραφήΗ ελληνική κοινότητα του Πετριτσίου ήταν περιέργως αθόρυβη κατά την περίοδο του Μακεδονικού αγώνα (1903-1913), συγκριτικά με άλλα μικρότερα χωριά, που μέτρησαν πολύ περισσότερους νεκρούς. Υπήρχαν μόνο 2 θάνατοι (του Δημητρίου ή Μήτα Φιλίππου το 1905 και του αδερφού του Ευαγγέλου Φιλίππου το 1902) ή 3, αν υπολογίσουμε τον γυναικαδελφό τους Ευάγγελο Γεροβασιλείου. Δεν υπήρχαν άλλες οικογένειες που αποτέλεσαν στόχο των κομιτατζήδων;
Ο Ίωνας Δραγούμης, περιγράφει στις 28 Νοεμβρίου 1903 την κοινότητα Πετριτσίου ως εξής: "Η κοινότης Πετριτσίου ευρίσκεται εισέτι εν βρασμώ, δηλαδή οι ελληνόφωνοι μετά των βλάχων και των βουλγαροφώνων δεν απετέλεσαν έτι ομοειδή μάζαν". (Τα τετράδια του Ίλιντεν, σ. 383)
Διαβάζοντας την έκθεση του επιθεωρητή ελληνικών σχολείων Χατζηκυριακού τον Δεκέμβριο 1906 καταλαβαίνουμε ορισμένα πράγματα: "Ο αριθμός ούτος (των μαθητών στα σχολεία του Πετριτσίου) είναι πολύ χαμηλός εν αναλογία προς τον πληθυσμόν της κοινότητος. Αίτια δε τούτου είναι τα εξής:
1. Η προς τα γράμματα μικρά των κατοίκων έφεσις
2. Η ουχί ζωηρά αυτών εθνική συνείδησις, μη εκτιμώντων δια τούτο την αξίαν των ελληνικών γραμμάτων
3. Το άπορον των πλείστων, αναγκαζομένων προώρως να διαθέτωσι τα τέκνα των, τόσον τα άρρενα ως τα θήλεα εις βιοποριστικάς και γεωργικάς εργασίας
4. Η έλλειψις ικανών διδασκάλων και διδασκαλισσών, δυναμένων ου μόνον εντός της σχολής να διδάξωσι καρποφόρως αλλά και εκτός αυτής να υποθάλψωσι τον προς τα ελλην. γράμματα και την ελληνοπρεπήν μόρφωσιν των τε γονέων και μαθητών
5. Η έλλειψις καταλλήλων και υγιεινών σχολικών κτιρίων, ουκ ολίγον ως γνωστόν συντελούντων εις προσέλκυσιν μαθητών". Παρακάτω, συνεχίζει:
"Η ημετέρα κοινότης Πετριτσίου εκτός της ως προς την των σχισματικών υποδεεστέρας θέσεως υπό έποψιν πληθυσμού δυστυχώς δεν εγκλείει, ως και ανωτέρω παρατηρώ, στοιχεία μεγάλης ηθικής και υλικής επιρροής. Μετά μάλιστα την δολοφονίαν εν μέσω Πετριτσίου του Δημητρίου Φιλίππου, όστις διεκρίνετο δια την αγνήν και ενθουσιώδη φιλοπατρίαν του, την τόλμην του, το σθένος και το άσπονδον κατά των Βουλγάρων μίσος, η κοινότης ημών έτι μάλλον εξησθένησε, μη υπαρχόντος ετέρου τοιούτου των Βουλγάρων αντιπάλου. [...] Η κοινότης Πετριτσίου ουδένα πόρον ιδίον διαθέτει υπέρ των σχολείων, διατηρουμένων δια του επιδόματος του εθνικού εκ Σερρών ταμείου. Το ταμείον της εκκλησίας μόλις επαρκεί εις διατήρησιν αυτής. Εις τον δίσκον ρίπτονται ελάχιστα, 2-5 παράδες μετά του κήρου". (Ανδρεάδης 2013, σ. 559-562)
Οπότε έχουμε μια κοινότητα 150 οικογενειών (σλαβόφωνων, βλαχόφωνων, ελληνόφωνων, εκ των οποίων 40-50 οικογενειών Ρομά) -παρόμοια παραδείγματα πατριαρχικών Ρομά υπήρχαν στο Ερνί-κιοΐ και το Ντεμίρ Χισάρ-
οι οποίοι, σύμφωνα με τον Ίωνα Δραγούμη, δεν αποτελούν ακόμη ομοειδή μάζα, και σύμφωνα με τον Χατζηκυριακού δεν έχουν ζωντανή εθνική συνείδηση, ούτε έφεση προς τα γράμματα. Λίγο μικρότερο αριθμό μας δίνει ο Φλωριάς τον Μάρτιο του 1908 στις σημειώσεις του (135 οικογένειες στο Πετρίτσι). Προσοχή σε αυτό το σημείο. Υπάρχουν πηγές που τα φουσκώνουν (Χαλκιόπουλος 1910, Φιλιππίδης 1906, Η Μακεδονία εικονογραφημένη 1909 και όσοι τους αντιγράφουν) και προορίζονται για το ευρύ κοινό. Από την άλλη, με την κατάλληλη διασταύρωση καταλήγουμε στους αριθμούς που παρατίθενται σε ιδιωτικές αλληλογραφίες, μυστικές εκθέσεις κ.ά., που σκοπός αυτών των πηγών δεν ήταν να τα φουσκώσουν, αλλά να παραθέσουν βάσιμα στοιχεία για τα ζητήματα που έθεταν.
(συνεχίζεται...)
Αν δούμε την εμπλοκή της κοινότητας Πετριτσίου στο επαναστατικό δίκτυο, δεν βρίσκουμε κανέναν Έλληνα (σλαβόφωνο και μη) αντάρτη από την κωμόπολη του Πετριτσίου, αλλά όσοι δρούσαν ήταν από τους ελληνόφιλους πυρήνες ορισμένων χωριών: Στάρτσοβο, Μπογορίδιτσα, Σαρμπάνοβο κ.ά. (Μπάκας 2003, σ. 267-268) Ο Τάντσης, που πιθανόν να συναντήσετε ως όνομα μισθοδοτούμενου από το ελληνικό προξενείο, ήταν ο φύλακας των Τσούφλειων Οικοτροφείων του Πετριτσίου (από τον Νοέμβριο 1908 και μετά). Άλλωστε ο Φλωριάς είναι ξεκάθαρος πάνω σ' αυτό:
Διαγραφή"Η εργασία ημών εν Πετριτσίω διεξάγεται επίσης διά Τούρκων συντρεχόντων και των πολιτοφυλάκων Σταρτσόβου.
Αρχηγός της εκεί εργασίας είναι ο εκ Γκιουρουκλερί οθωμανός Αβδουλάχ Τσαούς. Αρκετάς υπηρεσίας προσφέρει το σώμα τούτο εκεί."
Δεν βλέπω, δηλαδή, τα στοιχεία που θα χαρακτήριζαν έναν πληθυσμό ένθερμο πατριωτικά και θα τον οδηγούσαν σε μαζική αποχώρηση. Και πάμε τώρα στους αριθμούς των στατιστικών:
Έστω ότι δεν μετράει τίποτα απ' ότι έγραψα παραπάνω και οι κάτοικοι της κωμόπολης του Πετριτσίου ταυτήστηκαν απόλυτα με την εθνική ιδέα κάπου στο 1908 και έφυγαν μαζικά το 1913. Διάβασα το άρθρο του Λιάου για το Νέο Πετρίτσι και του Στέργιου Λεβέντη. Η αντιγραφή του αριθμού του Λιάου για 200 οικογένειες από το Πετρίτσι αναπαράγεται πιστά στο βιβλίο του Λεβέντη. Αυτός, όμως, χρησιμοποιεί μια βάσιμη πηγή που αναιρεί τον Λιάο. "Έκθεσις περί των εν Μακεδονία προσφύγων", 1916. Μέχρι, λοιπόν, τον Ιούλιο 1915 είχαν καταγραφεί 161 οικογένειες προσφύγων με 574 άτομα από το Πετρίτσι (σ. 16) και παρακάτω στην ίδια πηγή καταγράφονται συνολικά 403 οικογένειες με 1463 πρόσφυγες εγκατεστημένους στην Βέτερνα (σ. 23). Αν ανατρέξουμε στην ελληνική απογραφή του 1913, ο πληθυσμός της Βέτερνας ήταν 1489, πράγμα που σημαίνει ότι: 1) οι πρόσφυγες που ήρθαν στην Βέτερνα έφτασαν αμέσως μετά την χάραξη των συνόρων και έτσι συμπεριλήφθηκαν στην απογραφή του 1913, (αν έφταναν αντίστοιχα 1786, όπως γράφει η πηγή του 1919, από την βουλγαρική Μακεδονία, όπως υποστηρίζετε, θα αποτυπώνονταν στην απογραφή του 1913 επειδή θα έφταναν κατευθείαν και όχι το 1914 ή το 1915)
2) από την στιγμή που η έκθεσις περί των εν Μακεδονία προσφύγων ταυτίζεται με την απογραφή του 1913 στο κομμάτι των εγκατεστηθέντων προσφύγων στην Βέτερνα και τον πληθυσμό της στα τέλη του 1913, τότε και ο καταγεγραμμένος αριθμός αυτής της πηγής των προσφύγων από το Πετρίτσι είναι εξίσου βάσιμος: 161 οικογένειες, 574 άτομα.
Η αλήθεια είναι, ότι η λίστα των προσφύγων που παραθέτω στο άρθρο από τα "Διπλωματικά έγγραφα της ελληνοσερβικής συνθήκης..." 1917, πλησιάζουν τους αριθμούς των Ελλήνων των αντίστοιχων κοινοτήτων προ της φυγής, εκτός από το Πετρίτσι, όπου καταγράφονται ως πρόσφυγες μόνο 13 οικογένειες με 65 άτομα. Θα μπορούσε η διαφορά μεταξύ των 574 ατόμων με τα 65 άτομα να είναι οι μουσουλμάνοι του Πετριτσίου, οι οποίοι έφυγαν και αυτοί μαζί με τους Έλληνες με την βοήθεια του Ελ. Στρατού (βλ. Η ιστορία του Σταρτσόβου, σ. 125), και κίνησαν για την Μικρά Ασία μετά το 1916, και γι' αυτό αναφέρονται στην πηγή του 1917 μόνο 65 άτομα; Μπορεί. Θα μπορούσε η πηγή που αναφέρει τα 65 άτομα να αναφέρεται σε άλλο οικισμό και να παραλείπεται το Πετρίτσι; Τραβηγμένο, αλλά δεν αποκλείεται.
Και κάπως έτσι παίρνετε μια γεύση από τον Πόλεμο των Στατιστικών.
Για τις πηγές που αναφέρω συνοπτικά, μπορείτε να βρείτε περισσότερες πληροφορίες στην βιβλιογραφία της μεταπτυχιακής μου εργασίας https://dspace.lib.uom.gr/bitstream/2159/28720/4/MavridisDimitriosMsc2023.pdf
Δημήτρης Μαυρίδης
Μήπως μπορείτε να μου γράψετε πόσοι και από που ήταν οι πρόσφυγες της Βέτερνας σύμφωνα με την έκθεση του 1916 που λέει για τους 574 Πετριτσιώτες; πχ μπογκορόντιτσα, Στάρτσοβο και άλλα.
ΔιαγραφήΓιατί λογικά δεν συμφωνούν ούτε με τις παραπάνω πηγές του κειμένου σας.
Θα σας ήμουν ευγνώμων
Η συγκεκριμένη πηγή (Έκθεσις περί των εν Μακεδονία προσφύγων, 1916) δεν προχωράει στην ανάλυση του τόπου προέλευσης των προσφύγων, που δέχθηκε κάθε οικισμός. Αναφέρονται σε ένα σημείο οι τόποι προέλευσης (Πετρίτσι, Στάρτσοβο, Μπογορόδιτσα κλπ) με τον αριθμό των οικογενειών και των ατόμων που καταγράφθηκαν από εκεί και παρακάτω, σε άλλη ενότητα, αναφέρονται οι αριθμοί εγκατεστημένων προσφύγων σε κάθε οικισμό.
ΔιαγραφήΗ σύνδεση των προσφύγων του Πετριτσίου με την Βέτερνα γίνεται με επιφύλαξη βάσει της λιγοστής υπάρχουσας βιβλιογραφίας. Αν θέλετε να διασταυρώσετε με μεγάλη ακρίβεια πόσοι πρόσφυγες ήρθαν από το Πετρίτσι στην Βέτερνα, μπορείτε να ανατρέξετε στα μητρώα των προσφύγων (υπάρχουν αναρτημένα σε μορφή pdf στο διαδίκτυο) και να το πιάσετε άτομο-άτομο αλφαβητικά, γιατί έτσι είναι γραμμένοι αυτοί οι κατάλογοι. Θα γράφει ονοματεπώνυμο, τόπο προέλευσης και τόπο εγκατάστασης. Χρησιμοποιώντας έναν παλιό δημοτικό κατάλογο, και έτσι, βάσει των επιθέτων στο Πετρίτσι, θα μπορέσετε να περιορίσετε το χαώδες εύρος της έρευνας σε κάτι πιο προσπελάσιμο.
Πεδίον δόξης λαμπρό. Από μεριάς μου εύχομαι καλή υπομονή. Στο τέλος αυτής της έρευνας θα είστε σε θέση με στέρεα στοιχεία να δώσετε έναν αριθμό για την προέλευση των κατοίκων της Βέτερνας.