Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Ο Ελληνικός πληθυσμός της Ανατολικής Ρωμυλίας (1880-1920) μέσα από τα βουλγαρικά στατιστικά

Στο βιβλίο της Βουλγαρικής Εταιρείας Ερυθρού Σταυρού με τίτλο "Το ζήτημα των προσφύγων στη Βουλγαρία", εκδοθέν στη Σόφια το 1925 (Българско Дружество Червенъ Кръстъ, Бѣжанският въпросъ въ Влгария, София, 1925) παρουσιάζονται αναλυτικά πληροφορίες για την προέλευση και την οικονομική κατάσταση των προσφύγων, φωτογραφίες με καταλύματα καθώς και στοιχεία για την δημογραφική μεταβολή των εθνοτήτων του Βουλγαρικού Βασιλείου από το 1880 μέχρι το 1920. Όσον αφορά τους Έλληνες της Βουλγαρίας, αναφέρονται τα κάτωθι:



(Σελίδες 6-7)
Σε αυτές τις σελίδες παρουσιάζεται η δημογραφική μεταβολή των μειονοτήτων της Βουλγαρίας από το 1880 μέχρι το 1920. Συγκεκριμένα για τους Έλληνες αναφέρεται:

ΕΛΛΗΝΕΣ
1880: 62.000
1910: 47.935
1920: 42.033

[...]
Μικρό μέρος των Ελλήνων μετανάστευσε μέχρι το 1910, ενώ οι υπόλοιποι έχουν συγχωνευθεί με το βουλγαρικό πληθυσμό μέσω γάμων κ.ο.κ.

(Σελίδα 12)

Πίνακας με τον αναλυτικό πληθυσμό των Ελλήνων στην Βουλγαρία το 1920 (εκτός των εδαφών που προσαρτήθηκαν μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους) ανά περιοχή


ελίδες 16-17)
Ο Ελληνικός πληθυσμός στη Βουλγαρία πάντα προτιμούσε να παραμείνει και να ζήσει εδώ. Για πολιτικούς λόγους, μειώνεται μέχρι το 1910 από 62.000 σε 48.000 άτομα, αλλά πάντα ζούσε σε πλήρη ελευθερία. Μετά τον πόλεμο και κυρίως το 1924, ένα μέρος του μετανάστευσε εθελοντικά στην Ελλάδα, περίπου 10.000 άτομα, αξιοποιώντας την σύμβαση περί ανταλλαγής μειονοτήτων. Σήμερα (1925) μένουν ακόμα στη Βουλγαρία περίπου 32.000 Έλληνες.  

То 1920 στη Βουλγαρία είχε ακριβώς 42.033 Έλληνες, κατανεμημένους στις πόλεις και σε μερικά χωριά, ως εξής: Στην επαρχία Αγχιάλου 6.014, Πύργου 4.499, Γιαμπόλ 977, Καζάλ-Αγά 12.396, Βάρνας 4.822, Ορτά-κιοΐ 1.031, στη πόλη της Φιλιππούπολης 1.071, στην επαρχία Στάνι-Μάσκο 5873, στην επαρχία Σβίλενγκραντ 1.838 και σε μικρότερους πληθυσμούς διάσπαρτους σε άλλες περιοχές του Βασιλείου (της Βουλγαρίας). Όλος αυτός ο πληθυσμός καταγράφθηκε το 1920 ως: αστικός (22.605) και αγροτικός (19.428).  
 
Η συνολική πεποίθηση που προκύπτει είναι ότι ο ελληνικός πληθυσμός και σήμερα δεν επιθυμεί να μεταναστεύσει από τη Βουλγαρία και ότι κανένας δεν τον αναγκάζει να το κάνει. Το μεγαλύτερος μέρος του ελληνικού πληθυσμού θα παραμείνει για να ζήσει ήσυχα μέσα σ' αυτή: ακόμα και πολλοί που υπέβαλαν δηλώσεις προς εθελούσια μετανάστευση, από τη 1 Ιανουαρίου (1925) υποβάλλουν αντι-δηλώσεις με σκοπό να μείνουν.

Όπως φαίνεται παραπάνω, παρουσιάζεται μια πολύ εξιδανικευμένη εικόνα της συμπεριφοράς του Βουλγαρικού Βασιλείου απέναντι στην ελληνική εθνότητα. Κατ' αρχάς αποσιωπόνται όλες οι ανθελληνικές ενέργειες με αποκορύφωμα την λεηλασία της Αγχιάλου, καθώς και οι πιέσεις (εκπαιδευτικές, διοικητικές, εκκλησιαστικές) που οδήγησαν τους Έλληνες σε μετανάστευση. Επιπλέον, επισημαίνεται ότι οι ελευθερίες των Ελλήνων γίνονται σεβαστές σε τέτοιο σημείο, ώστε αυτοί επιθυμούν να παραμείνουν στη Βουλγαρία, υποβάλλοντας μάλιστα "αντι-δηλώσεις" της εθελούσιας μετανάστευσης που προέβλεπε η Συνθήκη του Νεϊγύ. Είναι προφανές ότι κείμενα σαν το παραπάνω αποτελούσαν προσπάθειες τις Βουλγαρίας να δείξει ένα φιλικό πρόσωπο προς την Ευρώπη.



Δημήτρης Ξ. Μαυρίδης
Σιδηροχώρι
3 Μαΐου 2016

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Οι Ρομά του Νομού Σερρών

Του Δημητρίου Ζάχου, Αναπληρωτή καθηγητή ΑΠΘ    Σύμφωνα με την παράδοση, οι Οθωμανοί μπέηδες των Σερρών έφεραν π ριν από πολλά χρόνια τους/τις προγόνους των με λών των ρομικών ομάδων από την Αίγυπτο , για να κ αλλιεργήσου ν τα τσιφλίκια το υς. Σ ύμφωνα με τα γραπτά τεκμήρια όμως, η παρουσία των Ρ ομ στην περιοχή των Σερρών καταγράφ εται στο δε ύτερο ήμισυ του 15 ου αιώνα και στο 16ο αιώνα, ενώ συγκεκριμένε ς μαρτυρίες φανερών ουν τη δράση τους κατ ά τη διάρκεια της δεύτερης περι όδου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (από το 17ο αιώνα και έ ντευθεν) . Την εν λόγω περίοδο, η σύνδεση της οικονομικής ζ ωής της Οθωμανικής Αυτοκρατ ορίας με αυτή των Δυτ ικοευρωπαϊκών χωρ ών προκάλεσε σημάντικές αλλ αγές στον τρόπο και στους ρυθμούς της αγροτικής παραγωγής, οι οποί ες προσ δίδουν μια ικανοποιητική ερμηνεία για την πρ οσπάθεια της Οθωμανικής δ ι οίκησης να οδηγήσει διάφ ορες ρομι κές ομάδες σε μόνιμη εγκατάστασ η σε διά φορες αγ ροτικές της περιοχές. Οι ιδιαίτ ερες συνθήκες κάτω απ...

Οι Τσάμηδες και ο αλβανικός ανθελληνισμός

Η Ιστορία των Τσάμηδων    Μπορώ να πω ότι αυτό το θέμα σχετικά με την ιστορία Τσάμηδων όπως και η ιστορία των Σουλιωτών και Αλβανών ήταν από τα πιο περίπλοκα θέματα, διότι υπάρχουν πολλά ασαφή κενά και λανθασμένα κείμενα, ή και προπαγανδιστικά, σε αυτήν την ιστορία, τα οποία μπορούν να μας δημιουργήσουν λανθασμένες αντιλήψεις ανα πάσα στιγμή. Για παράδειγμα, όταν έψαξα για τους Τσάμηδες στην σειρά εγκυκλοπαιδειών Χάρη Πάτση (Βασική Εγκυκλοπαίδεια των Νέων, Νεώτατη έκδοση 1981-1982), τους ανέφερε ως αλβανικής καταγωγής. Συγκεκριμένα: Η περιοχή της Τσαμουριάς ΤΣΑΜΗΔΕΣ:  Κάτοικοι της Τσαμουριάς (Θεσπρωτίας), αλβανικής καταγωγής. Τσάμηδες ονομάσθηκαν κυρίως εκείνοι από τους κατοίκους που ασπάσθηκαν την μουσουλμανική θρησκεία (κατα τον 17ο και 18ο αιώνα), για να διατηρήσουν την περιουσία τους. Οι Μουσουλμάνοι Τσάμηδες, κατά την απογραφή του 1940 έφθαναν τις 18.000 μέσα σε 65.000 πληθυσμό του νομού Θεσπρωτίας, κατείχαν δε τις πιο εύμορφες περιοχές του ν...

Μακεδονικές Υποθέσεις 2: Πώς ένα χωριό γίνεται "ελληνικό" ή "βουλγαρικό"; Η περίπτωση των χωριών στον καζά Πετριτσίου στα τέλη του 1906

«[...] Μετά χαράς, ως και χθες τηλεγράφησα, αναγγέλω εις την Υμ. Παναγιότητα, ότι δύο χωρία της επαρχίας Πετρίτσης, το Μίτινο εκ 40 οικιών συνιστάμενον και το Συρπάνι εξ 60, οικεία βουλήσει προσήλθον εις την Ι. Μητρόπολιν και επέδωκαν αναφοράν, νομίμως υπογεγγραμμένην και σεσημασμένην δια της σφραγίδος του χωρίου, δι' ής αναγνωρίζουσι τον Οικουμενικόν Πατριάρχην και την ιεράν Μητρόπολιν Μελενίκου ως πνευματικήν και εκκλησιαστικήν αυτών αρχήν. [...] Πλησίον της Πετρίτσης ορθόδοξα υπάρχουσι δύο έτερα χωρία, Κάμενα και Κολάροβο εκ 40 και 25 οικιών, τα οποία στερούνται ιερέων και διδασκάλων » [1] . Χάρτης του Λιθογραφείου Κοντογόνη με τίτλο "Θεσσαλονίκη", 1910. Φαίνονται τα χωριά του καζά Πετριτσίου, τα οποία αναφέρονται σε αυτή την υπόθεση (από δυτικά προς τα ανατολικά): Γιαβόρνιτσα, Κάμινα, Κολάροβον, Γιουρουκλερί μαχαλάδες (νοτιοανατολικά από το Πετρίτσι), Τοπόλνιτσα, και προς βορρά παράλληλα με τον ποταμό Στρυμόνα: Μιτίνοβον, Σιρμπάνοβον και Στάρτσοβον. Η ...