Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Σιδηρόκαστρο: Ο εποικισμός από "αράπηδες" και η επιδημία 185 χρόνια πριν.

Καμιά φορά το παρελθόν μοιάζει αρκετά με το παρόν. Σίγουρα η Ιστορία δεν επαναλαμβάνεται, καθώς κάθε στιγμή είναι μοναδική με τα δικά της χαρακτηριστικά, τα οποία δεν υπήρξαν ούτε θα υπάρξουν ξανά σε κάποια άλλη στιγμή στο μέλλον.

Ποιός θα φανταζόταν ότι πριν από περίπου 200 χρόνια το Σιδηρόκαστρο και η ευρύτερη περιοχή είχε παρόμοια φαινόμενα με σήμερα: μια επιδημία και μια μεγάλη ομάδα εποίκων μουσουλμάνων.

Μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα, οι επιδημίες πανώλης (ή θανατικού όπως έμεινε στην μνήμη των παλαιότερων), ήταν ένα συχνό φαινόμενο, το οποίο είχε αποδεκατίσει κυρίως τον μουσουλμανικό πληθυσμό. Ορισμένα από αυτά έλαβαν χώρα μεταξύ 1816 και 1820 ή 1822 και το άλλο το 1836 με 1837. Στο συγκεκριμένο άρθρο θα μιλήσουμε για την επιδημία του 1836-37.


Τα στοιχεία που έχουμε αφορούν την επιδημία γύρω στο 1837. Τότε αναφέρει ο Σωτήριος Δημητριάδης το 1878: "... η επελθούσα (επιδημία) τω 1836 εξωλόθρευσε περί τους 1000 Τούρκους, μόλις δε 5 ή 6 Χριστιανούς. Τότε και ολόκληρος συνοικία Μαύρων (Αράπιδων) εξολοθρεύθη μέχρι ενός". Αυτά όσον αφορά το Σιδηρόκαστρο, ή Δεμίρ Ισσάρ όπως λεγόταν τότε και σημαίνει σιδερένιο κάστρο στα τουρκικά.

Λίγο βορειότερα, στο Αχλαδοχώρι (τότε Κρούσοβο), γνωρίζουμε τα εξής: "Επιδημίες πανώλης κατέστρεψαν μία ισχυρή νηδίδα Κονιάρων γύρω από τη πόλη του Ντεμίρ Χισάρ. Συγκεκριμένα, αυτή η νησίδα υπέφερε πολύ από τη πανώλη που εκδηλώθηκε κατά τα έτη 1837-38. Στο χωριό Κρούσοβο για παράδειγμα υπήρχε ολόκληρη τουρκική συνοικία με τζαμί και τεκέ. Μετά τη πανώλη απέμειναν 8 σπίτια και τόσα είναι μέχρι σήμερα (το 1900), ενώ γύρω από τον ερημωμένο τεκέ έχει μεγάλα τουρκικά νεκροταφεία. Εκείνη την εποχή αφανίστηκαν οι Τούρκοι από τα χωριά του Νευροκοπίου, Τέσοβο και Λάκι, από τα οποία υπάρχουν σήμερα λυπηρά ερείπια."

Βιβλιογραφία:
Δημητριάδης Σωτήριος, “Υπομνηματικαί τινές σημειώσεις περί Δεμίρ Ισσαρίου”, Παρνασσός, 1878, σ. 531.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Οι Ρομά του Νομού Σερρών

Του Δημητρίου Ζάχου, Αναπληρωτή καθηγητή ΑΠΘ    Σύμφωνα με την παράδοση, οι Οθωμανοί μπέηδες των Σερρών έφεραν π ριν από πολλά χρόνια τους/τις προγόνους των με λών των ρομικών ομάδων από την Αίγυπτο , για να κ αλλιεργήσου ν τα τσιφλίκια το υς. Σ ύμφωνα με τα γραπτά τεκμήρια όμως, η παρουσία των Ρ ομ στην περιοχή των Σερρών καταγράφ εται στο δε ύτερο ήμισυ του 15 ου αιώνα και στο 16ο αιώνα, ενώ συγκεκριμένε ς μαρτυρίες φανερών ουν τη δράση τους κατ ά τη διάρκεια της δεύτερης περι όδου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (από το 17ο αιώνα και έ ντευθεν) . Την εν λόγω περίοδο, η σύνδεση της οικονομικής ζ ωής της Οθωμανικής Αυτοκρατ ορίας με αυτή των Δυτ ικοευρωπαϊκών χωρ ών προκάλεσε σημάντικές αλλ αγές στον τρόπο και στους ρυθμούς της αγροτικής παραγωγής, οι οποί ες προσ δίδουν μια ικανοποιητική ερμηνεία για την πρ οσπάθεια της Οθωμανικής δ ι οίκησης να οδηγήσει διάφ ορες ρομι κές ομάδες σε μόνιμη εγκατάστασ η σε διά φορες αγ ροτικές της περιοχές. Οι ιδιαίτ ερες συνθήκες κάτω από τις οπο

Οι Τσάμηδες και ο αλβανικός ανθελληνισμός

Η Ιστορία των Τσάμηδων    Μπορώ να πω ότι αυτό το θέμα σχετικά με την ιστορία Τσάμηδων όπως και η ιστορία των Σουλιωτών και Αλβανών ήταν από τα πιο περίπλοκα θέματα, διότι υπάρχουν πολλά ασαφή κενά και λανθασμένα κείμενα, ή και προπαγανδιστικά, σε αυτήν την ιστορία, τα οποία μπορούν να μας δημιουργήσουν λανθασμένες αντιλήψεις ανα πάσα στιγμή. Για παράδειγμα, όταν έψαξα για τους Τσάμηδες στην σειρά εγκυκλοπαιδειών Χάρη Πάτση (Βασική Εγκυκλοπαίδεια των Νέων, Νεώτατη έκδοση 1981-1982), τους ανέφερε ως αλβανικής καταγωγής. Συγκεκριμένα: Η περιοχή της Τσαμουριάς ΤΣΑΜΗΔΕΣ:  Κάτοικοι της Τσαμουριάς (Θεσπρωτίας), αλβανικής καταγωγής. Τσάμηδες ονομάσθηκαν κυρίως εκείνοι από τους κατοίκους που ασπάσθηκαν την μουσουλμανική θρησκεία (κατα τον 17ο και 18ο αιώνα), για να διατηρήσουν την περιουσία τους. Οι Μουσουλμάνοι Τσάμηδες, κατά την απογραφή του 1940 έφθαναν τις 18.000 μέσα σε 65.000 πληθυσμό του νομού Θεσπρωτίας, κατείχαν δε τις πιο εύμορφες περιοχές του νομού. Σήμερα δ

Μακεδονικές Υποθέσεις 2: Πώς ένα χωριό γίνεται "ελληνικό" ή "βουλγαρικό"; Η περίπτωση των χωριών στον καζά Πετριτσίου στα τέλη του 1906

«[...] Μετά χαράς, ως και χθες τηλεγράφησα, αναγγέλω εις την Υμ. Παναγιότητα, ότι δύο χωρία της επαρχίας Πετρίτσης, το Μίτινο εκ 40 οικιών συνιστάμενον και το Συρπάνι εξ 60, οικεία βουλήσει προσήλθον εις την Ι. Μητρόπολιν και επέδωκαν αναφοράν, νομίμως υπογεγγραμμένην και σεσημασμένην δια της σφραγίδος του χωρίου, δι' ής αναγνωρίζουσι τον Οικουμενικόν Πατριάρχην και την ιεράν Μητρόπολιν Μελενίκου ως πνευματικήν και εκκλησιαστικήν αυτών αρχήν. [...] Πλησίον της Πετρίτσης ορθόδοξα υπάρχουσι δύο έτερα χωρία, Κάμενα και Κολάροβο εκ 40 και 25 οικιών, τα οποία στερούνται ιερέων και διδασκάλων » [1] . Χάρτης του Λιθογραφείου Κοντογόνη με τίτλο "Θεσσαλονίκη", 1910. Φαίνονται τα χωριά του καζά Πετριτσίου, τα οποία αναφέρονται σε αυτή την υπόθεση (από δυτικά προς τα ανατολικά): Γιαβόρνιτσα, Κάμινα, Κολάροβον, Γιουρουκλερί μαχαλάδες (νοτιοανατολικά από το Πετρίτσι), Τοπόλνιτσα, και προς βορρά παράλληλα με τον ποταμό Στρυμόνα: Μιτίνοβον, Σιρμπάνοβον και Στάρτσοβον. Η