Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Οι πρόσφυγες του 20ου αιώνα στην Ελλάδα ανάλογα με τον τόπο προέλευσης & εγκατάστασής τους

Μακεδονία: 638253 (52,2%)
Στερεά Ελλάδα: 306193 (25,1%)
Δυτική Θράκη: 107607 (8,8%)
Νησιά Ανατ. Αιγαίου: 56613 (4,6%)
Θεσσαλία: 34659 (2,8%)
Κρήτη: 33900 (2,8%)
Πελοπόννησος: 28362 (2,3%)
Ήπειρος: 8179 (0,7%)
Κυκλάδες: 4782 (0,4%)
Ιόνια νησιά: 3301 (0,3%)
(Πηγή: Στατιστική Υπηρεσία Ελλάδας, Απογραφή 1928)

   Όπως προκύπτει από τα παραπάνω στοιχεία, το κύριο ρεύμα προσφύγων εγκαταστάθηκε, κατόπιν εντολών της ελληνικής κυβέρνησης, στην Μακεδονία, την Στερεά Ελλάδα και την Δυτική Θράκη. Η τοποθέτησή τους από το ελληνικό κράτος υλοποιήθηκε με αυτόν τον τρόπο αφενός για να καλύψουν οι πρόσφυγες με την έλευσή τους τα δημογραφικά κενά που δημιούργησε η αποχώρηση Μουσουλμάνων (ως επί το πλείστον Ελλήνων και σε πολύ μικρό ποσοστό Τούρκων, Τουρκόγυφτων, Γιουρούκων) και Βουλγάρων (Σλάβων, Εξαρχικών, Σλαβόφωνων βουλγαρόφρονων) από τις περιοχές διαμονής τους εντός της ελληνικής επικράτειας και αφετέρου για να τονίσουν την ελληνικότητα ορισμένων περιοχών της Μακεδονίας και της Δυτικής Θράκης, όπου παρά την αποχώρηση των περισσότερων αλλοεθνών, οι πληθυσμοί δεν είχαν ομοιογενοποιηθεί σε μεγάλο βαθμό.
   Σημαντικό κριτήριο εγκατάστασης ήταν και η κοινωνική διαστρωμάτωση των προσφύγων πριν την Συνθήκη της Λωζάνης, καθώς η Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων λαμβάνοντας υπόψην της τα στοιχεία που προέκυψαν, τους εγκατέστησε ανάλογα με αυτά. Ως εκ τούτου, παρατηρείται η εγκατάσταση γεωργών προσφύγων, μετά από προσπάθεια της ΕΑΠ, σε μέρη όπου θα μπορούσαν να συνεχίσουν τις καλλιέργειές που ήδη γνώριζαν. Καλλιεργητές δημητριακών εγκαταστάθηκαν σε πεδινά μέρη της Μακεδονίας και της Θράκης, καπνοπαραγωγοί σε κατάλληλα εδάφη στην Ανατολική Μακεδονία και την Δυτική Θράκη και σηροτρόφοι στο Σουφλί, την Έδεσα και αλλού. Για τον ίδιο λόγο εγκαταστάθηκε το 25,1 % των προσφύγων στην Στερεά Ελλάδα, με σημαντικότερη περιοχή συγκέντρωσης τον Πειραιά, καθώς η πλειοψηφία αυτών ήταν έμποροι πρόσφυγες από τα παράλια της Δυτικής Μικράς Ασίας (Σμύρνη, Αϊβαλί, Πέργαμος). Ο Πειραιάς αποτέλεσε πολύ ευνοϊκό σημείο για να συνεχίσουν οι πρόσφυγες τις παλιές τους ασχολίες και φέρνοντας μαζί τους τον πολιτισμό τους, και κυρίως την μουσική τους (οι συγκεκριμένοι τα ρεμπέτικα), ανέδειξαν τα μέρη όπου ξεκίνησαν την νέα τους ζωή. 
   Μια άλλη προσπάθεια της ΕΑΠ ήταν να δημιουργήσει οικισμούς προσφύγων από κοινά μέρη προέλευσης. Σε αυτό εν μέρει οφείλονται και τα τοπωνύμια, όπως Νέα Σμύρνη, Νέα Μουδανιά, Νέα Ιωνία κ.ά.. Βέβαια, αυτή η προσπάθεια της ΕΑΠ για την δημιουργία τέτοιων οικισμών, δεν πετύχαινε τις περισσότερες φορές, διότι στα περισσότερα σημεία συγκεντρώθηκαν πρόσφυγες από διαφορετικά μεταξύ τους μέρη προέλευσης.
   Επιπλέον, όσον αφορά τα κριτήρια εγκατάστασης, η ΕΑΠ κατηύθυνε το μεγαλύτερο μέρος των προσφύγων στην ενασχόλησή τους με την γεωργία, διότι ήταν προτιμότερη η δημιουργία ανεξάρτητων γεωργών μικροϊδιοκτητών, αποκεντρωμένων στην ύπαιθρο, παρά η συσσώρευση προσφύγων στα αστικά κέντρα. Εκεί θα δημιουργούσαν μια δυναμική κοινωνικών αναταραχών, αφού θα συγκεντρώνονταν πολλοί άνεργοι ή κακοπληρωμένοι λόγω του ανταγωνισμού εργάτες, οι οποίοι αναγκαστικά θα αγωνίζονταν για μια καλύτερη μοίρα. Επιπρόσθετα, η ενασχόληση με την γεωργία ήταν πιο εύκολη, καθώς θα αποκαταστούσε τους πρόσφυγες ταχύτερα και απαιτούσε μικρότερες δαπάνες, ενώ ταυτόχρονα η κυβέρνηση εγκαθιστώντας τους πρόσφυγες στην ύπαιθρο τους χρησιμοποιούσε ως μέσο ανάπτυξης, διότι η ελληνική οικονομία βασίζοταν ανέκαθεν στην γεωργία.
   Γι' αυτούς τους λόγους, λοιπόν, δόθηκε βαρύτητα στην γεωργία, παρόλο που οι περισσότεροι πρόσφυγες ασκούσαν αστικά επαγγέλματα και έτσι εγκαταστάθηκαν στις εύφορες πεδιάδες της Βόρειας Ελλάδας και στα απέραντα τσιφλίκια της Κρήτης και της Λέσβου, που είχαν αφήσει πίσω τους οι Μουσουλμάνοι.

Δημήτρης. Ξ. Μαυρίδης 
19/12/2013        
Εν Σιδηροχωρίῳ    

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Οι Τσάμηδες και ο αλβανικός ανθελληνισμός

Η Ιστορία των Τσάμηδων    Μπορώ να πω ότι αυτό το θέμα σχετικά με την ιστορία Τσάμηδων όπως και η ιστορία των Σουλιωτών και Αλβανών ήταν από τα πιο περίπλοκα θέματα, διότι υπάρχουν πολλά ασαφή κενά και λανθασμένα κείμενα, ή και προπαγανδιστικά, σε αυτήν την ιστορία, τα οποία μπορούν να μας δημιουργήσουν λανθασμένες αντιλήψεις ανα πάσα στιγμή. Για παράδειγμα, όταν έψαξα για τους Τσάμηδες στην σειρά εγκυκλοπαιδειών Χάρη Πάτση (Βασική Εγκυκλοπαίδεια των Νέων, Νεώτατη έκδοση 1981-1982), τους ανέφερε ως αλβανικής καταγωγής. Συγκεκριμένα: Η περιοχή της Τσαμουριάς ΤΣΑΜΗΔΕΣ:  Κάτοικοι της Τσαμουριάς (Θεσπρωτίας), αλβανικής καταγωγής. Τσάμηδες ονομάσθηκαν κυρίως εκείνοι από τους κατοίκους που ασπάσθηκαν την μουσουλμανική θρησκεία (κατα τον 17ο και 18ο αιώνα), για να διατηρήσουν την περιουσία τους. Οι Μουσουλμάνοι Τσάμηδες, κατά την απογραφή του 1940 έφθαναν τις 18.000 μέσα σε 65.000 πληθυσμό του νομού Θεσπρωτίας, κατείχαν δε τις πιο εύμορφες περιοχές του ν...

Οι Ρομά του Νομού Σερρών

Του Δημητρίου Ζάχου, Αναπληρωτή καθηγητή ΑΠΘ    Σύμφωνα με την παράδοση, οι Οθωμανοί μπέηδες των Σερρών έφεραν π ριν από πολλά χρόνια τους/τις προγόνους των με λών των ρομικών ομάδων από την Αίγυπτο , για να κ αλλιεργήσου ν τα τσιφλίκια το υς. Σ ύμφωνα με τα γραπτά τεκμήρια όμως, η παρουσία των Ρ ομ στην περιοχή των Σερρών καταγράφ εται στο δε ύτερο ήμισυ του 15 ου αιώνα και στο 16ο αιώνα, ενώ συγκεκριμένε ς μαρτυρίες φανερών ουν τη δράση τους κατ ά τη διάρκεια της δεύτερης περι όδου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (από το 17ο αιώνα και έ ντευθεν) . Την εν λόγω περίοδο, η σύνδεση της οικονομικής ζ ωής της Οθωμανικής Αυτοκρατ ορίας με αυτή των Δυτ ικοευρωπαϊκών χωρ ών προκάλεσε σημάντικές αλλ αγές στον τρόπο και στους ρυθμούς της αγροτικής παραγωγής, οι οποί ες προσ δίδουν μια ικανοποιητική ερμηνεία για την πρ οσπάθεια της Οθωμανικής δ ι οίκησης να οδηγήσει διάφ ορες ρομι κές ομάδες σε μόνιμη εγκατάστασ η σε διά φορες αγ ροτικές της περιοχές. Οι ιδιαίτ ερες συνθήκες κάτω απ...

Μακεδονικές Υποθέσεις 2: Πώς ένα χωριό γίνεται "ελληνικό" ή "βουλγαρικό"; Η περίπτωση των χωριών στον καζά Πετριτσίου στα τέλη του 1906

«[...] Μετά χαράς, ως και χθες τηλεγράφησα, αναγγέλω εις την Υμ. Παναγιότητα, ότι δύο χωρία της επαρχίας Πετρίτσης, το Μίτινο εκ 40 οικιών συνιστάμενον και το Συρπάνι εξ 60, οικεία βουλήσει προσήλθον εις την Ι. Μητρόπολιν και επέδωκαν αναφοράν, νομίμως υπογεγγραμμένην και σεσημασμένην δια της σφραγίδος του χωρίου, δι' ής αναγνωρίζουσι τον Οικουμενικόν Πατριάρχην και την ιεράν Μητρόπολιν Μελενίκου ως πνευματικήν και εκκλησιαστικήν αυτών αρχήν. [...] Πλησίον της Πετρίτσης ορθόδοξα υπάρχουσι δύο έτερα χωρία, Κάμενα και Κολάροβο εκ 40 και 25 οικιών, τα οποία στερούνται ιερέων και διδασκάλων » [1] . Χάρτης του Λιθογραφείου Κοντογόνη με τίτλο "Θεσσαλονίκη", 1910. Φαίνονται τα χωριά του καζά Πετριτσίου, τα οποία αναφέρονται σε αυτή την υπόθεση (από δυτικά προς τα ανατολικά): Γιαβόρνιτσα, Κάμινα, Κολάροβον, Γιουρουκλερί μαχαλάδες (νοτιοανατολικά από το Πετρίτσι), Τοπόλνιτσα, και προς βορρά παράλληλα με τον ποταμό Στρυμόνα: Μιτίνοβον, Σιρμπάνοβον και Στάρτσοβον. Η ...