Δεν είναι γνωστό εάν οι Ρoμά (Αθίγγανοι ή Γύφτοι),
προϋπήρχαν της οθωμανικής κατάκτησης στο Σιδηρόκαστρο, ή ήρθαν μαζί ή και μετά
από τους Τούρκους. Η παλαιότερη σωζόμενη γραπτή αναφορά σε Ρομά γίνεται σε ένα
σύντομο απογραφικό κατάστιχο (mücmel sayım defteri)
του δεύτερου μισού του 15ου αιώνα καταγράφονται 252 οικογένειες Ρομά στο Ντεμίρ
Χισάρ[1].
Ο Παπασυναδινός στο Χρονικό του (γραμμένο το 1642) αναφορικά με το πληθυσμό της
πόλης των Σερρών σημειώνει ότι κατά το ξέσπασμα μιας επιδημίας πανούκλας
πέθαναν “τί Τούρκοι, τί Χριστιανοί, τί Εβραίοι, τί Ογύφτοι...[2]”.
Σε γενικά πλαίσια, είτε επρόκειτο για χριστιανούς είτε
για μουσουλμάνους, οι Ρομά ξεχώριζαν από τον υπόλοιπο πληθυσμό λόγο της
ιδιαίτερης κουλτούρας τους. Αναφέρεται για τους μουσουλμάνους Ρομά στο Ντεμίρ
Χισάρ ότι δεν πατούν στο τζαμί, ενώ οι γυναίκες τους δεν καλύπτουν το πρόσωπό
τους. Η γλώσσα τους, η ρομανές, είναι κομμάτι των Ινδο-ευρωπαϊκών γλωσσών. Ο
Σωτήριος Δημητριάδης έχοντας γράψει για το Ντεμίρ Χισάρ παραθέτει αρκετές
λέξεις σε αυτή τη γλώσσα[3].
Ο G. F. Abbott,
έχοντας ταξιδέψει στο Πετρίτσι στα πρώτα χρόνια του 20ου αι.,
αφιερώνει αρκετές σελίδες στην ρομική συνοικία της πόλης[4].
Bebo, bebo, bebo,
|
Θεία,
θεία, θεία,
|
Tu menchante candro beshto!
|
στο
χέρι μου μπήκε ένα αγκάθι!
|
Ami te beshto,
|
Αλλά
κι άμα μπήκε,
|
Caske holinate?
|
ποιός
νοιάζεται;
|
Kako, Kako, Kako,
|
Θείε,
θείε, θείε,
|
Tu caraste candro beshto!
|
στο
πόδι μου μπήκε ένα αγκάθι!
|
Ami te beshto
|
Άλλά
κι άμα μπήκε
|
ποιός
νοιάζεται;
|
Ένα
πολύ σημαντικό στοιχείο για την ταυτότητά τους, είναι το όνομα που φέρουν. Ενώ
οι Έλληνες, Βούλγαροι, Τούρκοι κ.ο.κ, τους αποκαλούν με διάφορα ονόματα, το
καθένα με τη δική του σημασία, οι ίδιοι στο Ντεμίρ Χισάρ αυτοαποκαλούνταν από
τα τέλη του 19ου αιώνα ως Ρομά, γεγονός που προκαλεί εντύπωση στον Δημητριάδη[6].
Γλέντι στα Άνω Πορόια με Ρομά οργανοπαίκτες λίγο μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Πηγή: Ζιώγας Παναγιώτης Χρ., Άνω Πορόια - Γενεαλογίες και εικόνες, Θεσσαλονίκη, 2005, σ. 253.
Αν λάβουμε υπόψιν μας ότι κατά κανόνα οι Ρομά κατοικούσαν
σε προάστια[7]
κοντά στον κύριο πληθυσμό των πόλεων που ήταν μουσουλμανικός, ενώ ταυτόχρονα οι
περισσότεροι δούλευαν σε αυτούς (“υπηρετούντες αυτούς, ή καταγινόμενοι εις
σιδηρουργικήν ή χρησιμεύοντες εις τα τσιφλίκια ως αλωνισταί κτλ., ή όντες
χαλάτσηδες[8]”)
και έστελναν τα κορίτσια τους στα χαρέμια και ως υπηρέτριες στα τουρκικά σπίτια[9],
εξάγεται το συμπέρασμα ότι οι Ρομά, κυρίως οι μουσουλμάνοι αλλά και οι
χριστιανοί, είχαν στενές σχέσεις με τους Τούρκους, σαν να αποτελούσαν κατά
κάποιον τρόπο την “εργατική τάξη” της Οθωμανικής κοινωνίας των μουσουλμάνων[10].
Οι στενές σχέσεις των Ρομά με τους Τούρκους επιβεβαιώνονται από το φαινόμενο
του γλωσσικού εκτουρκισμού του χριστιανικού ρομικού χωριού Ερνί-Κιοΐ (σημ.
Ποντισμένο)[11].
Στις περιπτώσεις μη τουρκόφωνων πληθυσμών, ο γλωσσικός εκτουρκισμός φανερώνει
ότι επαφές[12]
ενός πληθυσμού, στην προκειμένη περίπτωση των χριστιανών Ρομά του Ερνί-Κιοΐ, με
τον υπόλοιπο κόσμο είναι στη συντριπτική πλειοψηφία με τουρκόφωνους, κατάσταση
που οδηγεί τους Ρομά να υιοθετήσουν την τουρκική ως μητρική τους γλώσσα[13][14].
Πέρα από το Ντεμίρ Χισάρ,
δύο χωριά στον ομώνυμο καζά είχαν μερικές οικογένειες Ρομά. Αυτά ήταν το
Τζαφερλή και το Μαντρατζίκ. Ενώ στο πρώτο κατοικούν γύρω στο 1886 11
οικογένειες δίπλα σε 23 βουλγαρικές, στο δεύτερο από τα παραπάνω χωριά μάλλον
κατοικούσαν αμιγώς, ωστόσο ένα μέρος τους ήταν χριστιανοί[15].
Η παρουσία τους στο Μαντρατζίκ πρέπει να ήταν για αιώνες, αφού με βάση τα ερείπια
ενός παλιού τείχους, μάλλον μεσαιωνικού το οποίο διασώζεται μέχρι σήμερα, είχαν
πλάσει μια παράδοση γύρω από αυτό. “Στη μέση του λεγόμενου τσιγγανικού
κάστρου φτάσαμε στο χωριό. Ο χώρος του κάστρου αυτού έχει ένα τετράγωνο σχήμα
και περιβάλλεται από ένα τείχος, ένα μέτρο φαρδύ και ψηλό 2-5 μέτρα. Σε μερικά
σημεία παρατηρούνται ανοίγματα από παράθυρα, αλλά ούτε διακοσμήσεις ούτε
επιγραφές εντοπίζονται. Οι άνθρωποι λένε, ότι εδώ έζησε κάποτε ένας τσιγγάνος
βασιλιάς. Ο Hahn στην αυτοβιογραφία του “Ταξίδι κατά μήκος της περιοχής
του Δρίνου και του Βαρδάρη” (Reise durch die gebiete des Drin und Vardar)
λέει το ίδιο για ένα ερείπιο στις όχθες του Βαρδάρη – το κάστρο Ζέβιιτ (Жевийт
Кале) το οποίο βρίσκεται μια μέρα δυτικά από εδώ. Το όνομα
Μποεμίτσα, το οποίο άκουσα αρκετά, δεν έχει κανένα κοινό με το γαλλικό “Boheme”,
αλλά είναι σλαβικής προέλευσης[16].”
[1] Βλ. Ζάχος Δημήτρης,
“Όψεις της κοινωνικής ιστορίας των Ρομικών ομάδων του νομού Σερρών και της
σχέσης τους με την επίσημη εκπαίδευση του ελληνικού κράτους (1880-1940),
δημοσιευμένο στο “Το Βήμα των κοινωνικών επιστημών”, τ. ΙΕ', τεύχος 60,
Αθήνα, 2011, σ. 227 & 240 σημ. 3. Ωστόσο, δεν είναι γνωστό εάν πρόκειται
για τον καζά του Ντεμίρ Χισάρ ή μόνο για τη πόλη.
[2] Paulo Odorico, avec la collaboration de S. Asdrachas,
T. Karanastassis, K. Kostis, S. Petmezas, Conseils
et memoirs de Synadinos pretre de Serres en Macedoine (XVIIe siecle),
Edition de l' Assocation “Pierre Belon”, Paris, 1996, σ. 170.
[4]
Abbott G. F., The tale of a tour in Macedonia, With
Illustrations, London, 1903, σ. 186-194.
[5] ό.π., σ. 191-192.
[6] Δημητριάδης
Σωτήριος, 1878, ό.π., σ. 538.
[7] Gavrilova Raina, Bulgarian Urban Culture in the
Eighteenth and Nineteenth Centuries, Susquehanna University Press,
Selinsgrove, 1999, p. 71-72.
[8] Δημητριάδης Σωτήριος, 1878, ό.π., σ.
537-538.
[9] ό.π., σ 537.
[10]
Gavrilova Raina, Bulgarian Urban Culture
in the Eighteenth and Nineteenth Centuries,
Massachusetts, 1999, σ.
71-72 καθώς και Kanchov
Vasil, Makedoniya. Etnografiya I Statistika, Sofia, 1900, σ. 114-116.
[12] Αυτές μπορούν να
περιλαμβάνουν από μια απλή συζήτηση, μέχρι την προσφορά υπηρεσιών με αντάλλαγμα
χρήματα, εμπόριο κ.ά..
[13] Για ζητήματα γλωσσικής
χρήσης και επιλογής βλ. Κωστούλα-Μακράκη Νέλλη, Γλώσσα
και Κοινωνία, Βασικές έννοιες, εκδ. Μεταίχμιο, Αθήνα, 2001, σ. 47-67.
[14] Ο Ζάχος γράφοντας για
τους Ρομ στις Σέρρες σημειώνει ότι ορισμένοι εξ αυτών είχαν ως μητρική τη
βουλγαρική ή την τουρκική γλώσσα. Ωστόσο, ανάγει αυτό το φαινόμενο σε Ρομ που
κατοικούσαν σε άλλα μέρη της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και ήρθαν στη περιοχή των
Σερρών στα μέσα του 19ου αιώνα, χωρίς όμως να ξεκαθαρίζει πως υιοθέτησαν οι Ρομ
άλλες γλώσσες. Βλ. Ζάχος Δημήτρης,“Όψεις της κοινωνικής
ιστορίας των Ρομικών ομάδων του νομού Σερρών και της σχέσης τους με την επίσημη
εκπαίδευση του ελληνικού κράτους (1880-1940), δημοσιευμένο στο “Το Βήμα των
κοινωνικών επιστημών”, τ. ΙΕ', τεύχος 60, Αθήνα, 2011, σ. 227-229.
[15] Στα τηλεγραφήματα του
Πρόξενου Σερρών Σαχτούρη, σημειώνεται ο φόνος μιας οικογένειας χριστιανών στο
Μανδρατζίκ από Αλβανούς. Λαούρδας Β., Πέννας Π., "Ο Μακεδονικός Αγών εις την περιοχήν των Σερρών κατά το
1907 (Εκθέσεις του προξένου Σαχτούρη)", στο έργο Σερραϊκά Χρονικά, τ.
III, Αθήνα, 1959, σ. 111.
[16] Weigand Gustav, Aromune, etnograficesko-filologicesko-istoricesko izdirvaniya na tyi nareceniya narod Makedono-romune ili Tsintsare, για τη βουλγαρική έκδοση
Βάρνα, 1899, σ. 223.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου